Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα βασίλειο στην καρδιά της Ευρώπης, ζούσε ένας βασιλιάς αθάνατος και για πάντα νέος. Για τον βασιλιά αυτό λέγονταν ότι ζούσε ήδη πάνω από πεντακόσια χρόνια, καθ' ότι είχε στην κατοχή του ένα χρυσό μήλο το οποίο του χάριζε αιώνια νιότη και αθανασία. Ήταν όμως τόσο μεγάλος σε ηλικία που είχε γνωρίσει γενεές ολόκληρες από τους υπηκόους του, οι οποίοι τον αγαπούσαν πολύ και μάθαιναν από τους παππούδες τους ιστορίες αιώνων για τα ευεργετήματα του στον τόπο. Τόσο μάλιστα είχε εξαπλωθεί η φήμη του ως καλός βασιλιάς, που ήταν γνωστός και ξακουστός και σε μακρινούς και άγνωστους τόπους.
Ο βασιλιάς συνήθιζε κάθε φορά που είχε πανσέληνο να παίρνει το χρυσό μήλο και να κάθεται στο παράθυρο με τη θέα του φεγγαριού και να κοιτάει την αντανάκλαση του προσώπου του σε αυτό. Σε αυτήν έβλεπε την γεροντική του μορφή, όπως θα ήταν το πρόσωπό του αν δεν είχε στην κατοχή του το μήλο. Έτσι μπορούσε να μετράει τα χρόνια.
Μια τέτοια νύχτα με πανσέληνο ο βασιλιάς θέλησε για ακόμη μια φορά να βγει για να απολαύσει το φεγγαρόφως και να δει την μορφή του να ανακλάται στην πραγματική της φύση. Καθώς όμως εστίασε στο χρυσό μήλο, ένα μαύρο κοράκι πετάχτηκε και του το πήρε από τα χέρια και έπειτα πέταξε μακριά. Ένας τοξότης όμως που εκείνη τη στιγμή φρουρούσε στον απέναντι πύργο σημάδεψε με το τόξο του και πέτυχε το μαύρο πουλί, χωρίς όμως να καταφέρει να το ρίξει στο έδαφος. Από το πουλί όμως έπεσε ένα μαύρο φτερό, το οποίο όπως άγγιξε το έδαφος μετατράπηκε σε χρυσό. Το κοράκι σύντομα ξαναβρήκε την δύναμή του και πέταξε μακριά, παίρνοντας από τον βασιλιά το μυστικό της νιότης και της αθανασίας.
Ο βασιλιάς ταραγμένος ζήτησε την συμβουλή του φαρμακοποιού και του αρχιερέα του παλατιού. Ο φαρμακοποιός γνωμάτευσε πως ο βασιλιάς χωρίς το μήλο θα χάσει την νεανική του όψη μέσα σε 21 ημέρες, οπότε και θα έπρεπε οπωσδήποτε το μήλο να επιστρέψει στο παλάτι ώστε να μην πεθάνει από γεράματα. Τότε εμφανίστηκε μπροστά τους ο τοξότης και τους παρουσίασε το χρυσό φτερό, λέγοντάς τους ότι προερχόταν από το κοράκι, το οποίο όμως δεν κατάφερε να ρίξει κάτω με τα βέλη του. Αφού το εξέτασαν καλά καλά, ο βασιλιάς αποφάσισε πως εκτός από το μήλο θα ήταν σημαντικό να έρθει στην κατοχή τους και το ίδιο το κοράκι ώστε με τα φτερά του να πλουτίσει το βασίλειο. Τότε ο αρχιερέας προφήτευσε πως ο τοξότης θα έπρεπε να διαλέξει, είτε να επιστρέψει το μήλο δίνοντας πίσω την αθανασία στον αφέντη του, είτε το κοράκι, οπότε και θα του χάριζε πλούτη στο βασίλειο αλλά και σε αυτόν για όση ζωή του απέμενε.
Έτσι ο τοξότης έβαλε το χρυσό φτερό στην τσέπη του και αναχώρησε. Αφού πέρασε κάμπους και βουνά και διέσχισε βασίλεια πολλά χωρίς όμως να δει το κοράκι, άρχισε να απογοητεύεται. Πέρασαν μέρες χωρίς κανένα ίχνος από το κοράκι, και σε όποιον έδειχνε το χρυσό φτερό και του έλεγε την ιστορία, είτε τον περνούσαν για τρελό είτε τους κινούσε υποψίες. Τότε, τη νύχτα που στον βραδινό ουρανό αχνοφαίνονταν η Νέα Σελήνη στον ουρανό, παρουσιάστηκε μπροστά του μια νύμφη.
"Ξέρω ότι θέλεις το χρυσό μήλο, και θα το βρεις, όπως και πολλά άλλα σαν αυτό. Αλλά ο αγαπημένος αφέντης σου θα πρέπει να γεράσει και να πεθάνει, όπως γίνεται με όλους τους ανθρώπους.", του είπε με μια γλυκιά φωνή καθώς εμφανίστηκε μπροστά του.
Τότε αυτός τρομαγμένος της απάντησε:
"Αν δεν πάω το μήλο πίσω στον αφέντη μου, με την αποτυχία μου θα είμαι εγώ αυτός που θα του έχει πάρει την ζωή". Έπειτα της έδειξε το χρυσό φτερό και της είπε για το κοράκι.
Αυτή μόλις το είδε κατάλαβε τι είχε συμβεί και του αποκρίθηκε:
"Δες τι αγαπάς καλύτερα λοιπόν για τον αφέντη σου, και διάλεξε."
Έπειτα του εξήγησε πως είναι μια από τις πολλές νύμφες που φυλούν τον Κήπο των Εσπερίδων, στον οποίο ωριμάζουν τα χρυσά μήλα που χαρίζουν την αιώνια νεότητα και την αθανασία σε όποιον τα έχει στην κατοχή τους. Έπειτα του μίλησε για το κοράκι, λέγοντάς του πως το φτερό του έγινε χρυσό γιατί είναι και αυτό αθάνατο, και αυτός είναι ο λόγος που δεν κατάφερε να το σωριάσει στο έδαφος. Τέλος του εξήγησε πως για να μπορέσει κανείς να μπει στο κήπο και να βρει το δέντρο με τα χρυσά μήλα, θα πρέπει να νικήσει τον δράκο που παραμονεύει και φυλάει το δέντρο.
Αυτός δέχθηκε την μοίρα του και ρώτησε πως θα βρει το δέντρο. Τότε αυτή του έδωσε οδηγίες, καθώς και έναν χρυσό αυλό και του είπε πως με αυτόν θα νικούσε τον δράκο. Ο τοξότης απόρησε αλλά δέχθηκε το δώρο και ξεκίνησε για τον Κήπο των Εσπερίδων.
Μπαίνοντας στην είσοδο του κήπου είδε πλήθος όμορφων δέντρων, πολλά από τα οποία είχαν χρυσά φύλλα. Άλλα από αυτά είχαν σμαράγδια για καρπούς, άλλα ρουμπίνια και άλλα πλήθος πολύτιμων πετραδιών. Τόσο πολύ θαμπώθηκε από την λάμψη των δέντρων που θέλησε να πάρει κάποια από τα κοσμήματα για τον εαυτό του. Τότε η νύμφη του σιγοψιθύρισε στο αυτί και τον έβαλε πίσω στο δρόμο του για το δέντρο με τα χρυσά μήλα.
Περπάτησε αρκετά μέχρι που βρέθηκε στο κέντρο του κήπου, όπου βρήκε επιτέλους το δέντρο που έψαχνε, αλλά δεν είδε πουθενά δράκο να το φυλάει. Αυτό που είδε όμως ήταν ένα λαβωμένο κοράκι, το οποίο και αναγνώρισε, το οποίο έπαιζε με ένα χρυσό μήλο στις ρίζες του δέντρου. Το πλησίασε με πολλή προσοχή και προσπάθησε με την βια να του πάρει το μήλο. Τότε όμως αυτό άρχισε να τον τσιμπάει δυνατά και από την ταραχή του του έπεσε το χρυσό φτερό από την τσέπη. Το κοράκι γύρισε να το φτάσει.
Τότε αυτός θυμήθηκε την προφητεία του αρχιερέα, πως θα έπρεπε να διαλέξει είτε να φέρει πίσω το μήλο, χαρίζοντας αθανασία στον αφέντη του, είτε το κοράκι, χαρίζοντας πλούτη στο βασίλειο. Δίχως δεύτερη σκέψη άπλωσε να πάρει το χρυσό μήλο. Τότε το κοράκι πήρε με το ράμφος του το χρυσό φτερό και το τοποθέτησε στην θέση του, πάνω από την πληγή, οπότε και αυτό από χρυσό ξανάγινε μαύρο. Πέταξε μακριά, αφήνοντας τον τοξότη με το τρόπαιο του: το χρυσό μήλο που θα έφερνε πίσω την αθανασία στον αφέντη του και θα γινόντουσαν όλα όπως πριν.
Έκρυψε το χρυσό μήλο καλά καλά μέσα στα ρούχα του. Πριν κάνει όμως να φύγει του μπήκαν σκέψεις να πάρει και άλλα χρυσά μήλα για τον εαυτό του, και για να τα πουλήσει. Τότε φάνηκε να πλησιάζει ένας βοσκός, ο οποίος συνόδευε το κοπάδι του από πρόβατα, το μαλλί των οποίων ήταν και αυτό χρυσό. Μόλις τον είδε ο τοξότης έκανε να κρυφτεί. Πλησιάζοντας το δέντρο φώναξε:
"Είμαι ο φύλακας του δέντρου. Κανένας δεν φεύγει από εδώ με αυτά που ανήκουν στον κήπο.".
Τότε μεταμορφώθηκε σε έναν τρομακτικό, γιγαντιαίο δράκο που έμοιαζε με φίδι και τυλίχθηκε γύρω γύρω από το δέντρο με τα χρυσά μήλα, φτάνοντας ως την κορυφή του, από την οποία είδε τον τοξότη να κρύβεται μέσα στους θάμνους. Αμέσως διέταξε τα πρόβατά του να τον κυνηγήσουν και να κλείσουν όλες τις εξόδους από τον κήπο ώστε να μην μπορεί να ξεφύγει.
Ο τοξότης έβγαλε τον μαγικό αυλό που του είχε δώσει η νύμφη και άρχισε να παίζει μουσική. Πηγαίνοντας από θάμνο σε θάμνο παραπλάνησε τα πρόβατα, τα οποία άρχισαν να τον ακολουθούν, χωρίς όμως να τον βλέπουν. Έτσι με πονηριά κατεύθυνε το κοπάδι του Δράκου μακριά από τις εξόδους, ώσπου κατάφερε να φύγει από τον κήπο των Εσπερίδων μαζί με το χρυσό μήλο.
Τότε τον καλωσόρισε η νύμφη, η οποία με την γλυκιά της φωνή του είπε:
"Διάλεξες αυτό που πίστευες καλύτερο για τον αφέντη σου, όπως θα έπρεπε να κάνει ένας υπήκοος που αγαπάει τον βασιλιά του, όμως όλα τα πράγματα στη ζωή κάποια στιγμή τελειώνουν. Πήγαινέ του το χρυσό μήλο και θα μάθεις ποιο είναι το πραγματικό νόημα της αθανασίας."
Έτσι αυτός ξεκίνησε τον μακρινό δρόμο της επιστροφής. Φτάνοντας στο κάστρο είδε πλήθος χωρικών μαζεμένο απ' έξω και μέσα από τα τείχη, με δάκρυα στα μάτια και τις σημαίες του βασιλείου κατεβασμένες. Οι υπήκοοι του βασιλείου περίλυποι σχημάτιζαν ουρές έξω από το κάστρο. Τότε ο τοξότης ρώτησε για να πάρει την απάντηση πως ο αγαπημένος τους βασιλιάς ήταν βαθιά γερασμένος και πλέον βρισκόταν στα τελευταία του. Μόλις η είδηση μαθεύτηκε έξω από τα τείχη, όλοι οι υπήκοοι, μικρής ή μεγάλης ηλικίας, ακόμη και γέροντες που δεν τους βαστούσαν τα πόδια τους αλλά και άνθρωποι από μακρινά μέρη έτρεξαν στο Κάστρο για να αποχαιρετήσουν τον αγαπημένο τους βασιλιά που τους εξασφάλισε ευημερία και ευτυχία αιώνες ολόκληρους.
Ο τοξότης τότε έβγαλε από το πουκάμισό του το χρυσό μήλο και έτρεξε στην αίθουσα του θρόνου. Οι χωρικοί ταράχτηκαν αλλά τον άφησαν να περάσει. Αυτός έφτασε μπροστά στον θρόνο, υποκλίθηκε και έκανε να αφήσει το χρυσό μήλο στα χέρια του ετοιμοθάνατου και πλέον γερασμένου βασιλιά. Αυτός πήρε το μήλο στο αριστερό του χέρι, και αφού καλά καλά το κοίταξε, το άφησε να πέσει στο έδαφος και να κυλήσει.
Και έτσι, μαζί με αυτό άφησε και την τελευταία του πνοή, με ένα βαθύ χαμόγελο ευτυχίας για την αγάπη που του έδειξαν όλοι όσοι είχαν έρθει να τον αποχαιρετήσουν. Και έτσι έγινε πραγματικά αθάνατος και αιώνια νέος, στις μνήμες των ανθρώπων.