Τα πολύ παλιά χρόνια, πριν ακόμη οι άνθρωποι φτάσουν να κατοικήσουν τις πιο απόμακρες και παγωμένες γωνιές της γης, ζούσε ένας Ινδιάνος πρίγκιπας που δεν έβρισκε πουθενά καταφύγιο. Ο πρίγκιπας αυτός χάθηκε από την φυλή του όταν ήταν ακόμη μικρός, και έτσι για χρόνια ολόκληρα περιπλανιόταν στην ερημιά για να τους βρει.
Όποιο μέρος όμως κι αν επισκεπτόταν, κι όποια φυλή κι αν συναντούσε, δεν τον δεχόταν κανένας αφού δεν τον θεωρούσαν δικό τους. Έτσι κι αυτός, απογοητευμένος που δεν έβρισκε πουθενά τους συγγενείς του μα και άλλη οικογένεια να τον δεχτεί, συνέχισε την μοναχική πορεία του. Ώσπου μια μέρα, εκεί που περιπλαλιόταν, ένας δυνατός άνεμος άρχισε να φυσάει και να τον παρασέρνει.
Αυτός αντιστάθηκε όσο μπορούσε, όμως ο άνεμος σύντομα έγινε τόσο δυνατός που ξερίζωνε δέντρα. Έτσι ο άνεμος τον παρέσυρε προς τα βόρεια όπου φυσούσε. Δίχως να έχει άλλη επιλογή λοιπόν, πήρε κι αυτός ένα μπαστούνι και αφού κάλυψε το πρόσωπό του άρχισε να περπατάει μαζί με τον άνεμο μίλια ολόκληρα, μέχρι που μπροστά του βρήκε χιόνια, και έπειτα πάγους. Με τα πολλά βρέθηκε σε μια χώρα τόσο παγωμένη και κρύα που μόνο βουνά από χιόνι έβλεπε μπροστά του. Ο άνεμος όμως συνέχισε να φυσάει και δεν έλεγε ούτε στιγμή να τον αφήσει ήσυχο, σηκώνοντας θύελλα με τα χιόνια.
"Που θα βρω ένα μέρος να το πω σπίτι μου σε αυτή την ερημιά;", ρώτησε ο πρίγκιπας, ο οποίος έτρεμε από το κρύο. Έπειτα κοίταξε τριγύρω του και παρατήρησε πως δεν υπήρχε ούτε μια σκηνή, ούτε καν μια κουφάλα δέντρου να κρυφτεί, παρά μόνο ολόλευκα χιόνια, τα οποία ο άνεμος παράσερνε στον διάβα του. Τότε λοιπόν σκέφτηκε να πάρει χιόνι με τα χέρια του, να το συμπυκνώσει και με αυτό να κάνει τούβλα, και με τα τούβλα να χτίσει ολόκληρο σπίτι. Για να γλιτώσει όμως από την χιονοθύελλα, σκέφτηκε να του δώσει σφαιρικό σχήμα, ώστε ο άνεμος να μπει μέσα και να μην μπορεί να βγει.
Όταν το τελείωσε, μπήκε μέσα του για να βρει καταφύγιο και στην είσοδο έβαλε ένα χοντρό τούβλο από συμπυκνωμένο χιόνι για να την κλείσει. Μαζί με τον πρίγκηπα και πριν κλείσει την είσοδο μπήκε και ο άνεμος, ο οποίος άρχισε να φέρνει στροφές χωρίς να μπορεί να βρει την έξοδο. Συνέχισε να κάνει κύκλους μέσα στο χιονένο σπίτι, ώσπου με τα πολλά το πήρε απόφαση πως είχε παγιδευτεί μαζί με τον πρίγκιπα. Έτσι οι δυο τους έγιναν φίλοι και ζέσταιναν ο ένας τον άλλο τις κρύες νύχτες. Το σπίτι του μάλιστα αποδείχθηκε τόσο ζεστό που όλοι οι απόγονοί του αποφάσιζαν να χτίσουν τα σπίτια τους σαν αυτό.
Ήταν ο πρώτος Εσκιμώος και το σπίτι του ήταν το πρώτο ιγκλού.