Ένα ποτήρι κρύο καφέ κάποτε δεν μπορούσε να περιμένει την ώρα για να ξανάρθει το καλοκαίρι. "Τι ωραία που θα 'ταν να βρισκόμασταν τώρα στα νησιά", έλεγε και ξανάλεγε, και αναπολούσε όλες τις όμορφες στιγμές που είχε περάσει τα περασμένα καλοκαίρια. Καθόταν λοιπόν με τις ώρες και έβαζε με την φαντασία του μαγευτικές αμμουδιές στο Αιγαίο και κύματα να φτάνουν ως τα πόδια του.
Έπειτα πάλι ένιωθε πολύ άσχημα, αφού ήταν ακόμη Μάρτιος, και το καλοκαίρι αργούσε να έρθει. Κοιτούσε έξω από το παράθυρο και κάθε φορά που έβλεπε σύννεφα αντί για ήλιο, τραβούσε απότομα τις κουρτίνες για να μην απογοητευτεί. Όσες φορές πάλι έβγαινε έξω από το σπίτι και χρειαζόταν να πάρει ζακέτα, στενοχωριόταν πολύ που δεν μπορούσε ακόμη να χαρεί την ζέστη του καλοκαιριού.
Έτσι λοιπόν μια μέρα, αποφάσισε να πάει μόνο του στην θάλασσα. Μάζεψε τα πράγματά του, αγόρασε ομπρέλα, ψάθες, αντηλιακό, κουβαδάκια και βατραχοπέδιλα, και ξεκίνησε για την κοντινότερη παραλία από την οποία θα μπορούσε να βλέπει τα νησιά στον ορίζοντα. Φτάνοντας απογοητεύτηκε πολύ που δεν βρήκε εκεί ψυχή. "Δεν πειράζει, ας βουτήξω...", σκέφτηκε, χωρίς να πτοηθεί, και στέριωσε την ψάθα βάζοντας πάνω της πετραδάκια. Έπειτα τοποθέτησε με υπομονή την ομπρέλα στην άμμο, και φόρεσε μπρατσάκια και βατραχοπέδιλα.
Αφού ετοιμάστηκε καλά καλά, σκέφτηκε να κάνει το πρώτο βήμα να μπει στην θάλασσα. Μόλις όμως ακούμπησε το νερό, κρύωσε απότομα και έκανε να τραβηχτεί. "Κρίμα, τόσο κόπο έκανα για να ρθω ως εδώ", σκέφτηκε και προσπάθησε για ακόμη μια φορά να μπει μέσα. Με τα πολλά, κατάφερε να κάνει μερικά μέτρα, όμως το κρύο ήταν τόσο δυνατό που δεν το άφηνε να κάνει βήμα.
"Βλέπω είσαι... χειμερινός κολυμβητής", του είπε ένα παγάκι το οποίο κολυμπούσε ανέμελα λίγα μέτρα παραμέσα στην θάλασσα. "Δεν είμαι, γι' αυτό και ξεπάγιασα", είπε ο καφές τουρτουρίζοντας.
"Τότε καλύτερα να περιμένεις να ρθει το καλοκαίρι για να το απολαύσεις πραγματικά...!", του είπε το παγάκι, και ξέσπασε σε γέλια, αφού γνώριζε πως η θάλασσα όλες τις άλλες εποχές είναι πολύ κρύα για βουτιές.
Ο καημένος ο καφές πάλι, αφού κατάλαβε πως δεν θα άντεχε για πάνω από δέκα λεπτά, βγήκε άρον άρον, και αφού σκουπίστηκε με την πετσέτα, τυλίχθηκε με αυτήν για να μην ξεπαγιάσει. Έπειτα πάλι, μόλις είδε σύννεφα να μαζεύονται στον ορίζοντα και να κρύβουν τον ήλιο, τα μάζεψε όλα και έφυγε από την παραλία.
"Κάθε πράγμα στον καιρό του λοιπόν", είπε στον καλό μας καφέ μια ζεστή σοκολάτα η οποία τον περίμενε στο σπίτι. Η αλήθεια πάντως είναι, πως όταν ήρθε ο σωστός καιρός, δηλαδή το καλοκαίρι, ο καλός μας ο καφές το απόλαυσε τόσο που έχασε το μέτρημα απ' τα μπάνια.
Ο Κωνσταντίνος Καρτσακάλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες Παραμυθιού.
Εισήχθη με το σπαθί του στην μεγάλη Σχολή του Μύθου όπου και φοίτησε επί σειρά χρόνων, αποφοιτώντας με άριστα καβάλα σε έναν δράκο.
Υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία στο διάστημα ως αστροναύτης, ενώ συνέχισε τις σαββατιάτικες εξορμήσεις σε φανταστικούς πλανήτες για πολύ καιρό μετά το πέρας της θητείας του. Το πάθος του για γνώση αργότερα τον έφερε να συνεχίσει τις σπουδές του και να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα για ένα διδακτορικό στην Παραμυθολογία.
Ζει και εργάζεται κάτω από ένα μαγεμένο δέντρο, απολαμβάνοντας την δροσιά που του προσφέρει τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες και καταγράφοντας την ιστορία των φυλών του δάσους. Όταν δεν εργάζεται, απολαμβάνει ήρεμες βόλτες στο δάσος όπου και συζητά φιλοσοφία, γεωγραφία και μαγειρική με ξωτικά, νεράιδες και γιγαντιαία μανιτάρια. Ως διαμεσολαβητής, έχει αναπτύξει έντονα διαπραγματευτικό ρόλο στις ειρηνευτικές προσπάθειες μεταξύ γιγάντων και νάνων, ενώ παράλληλα έχει βοηθήσει πολλούς βατράχους να αναδειχτούν σε πρίγκιπες και να κατακτήσουν την εκλεκτή της καρδιάς τους.
Όνειρό του να σκαρφαλώσει τόσο ψηλά που να φτάσει να κρεμάσει τα παπούτσια του στο φεγγάρι.
Επικοινωνία: info@feggaroskoni.gr