ΕΝΑ ΜΑΓΙΟΣΤΕΦΑΝΟ ΚΑΠΟΤΕ σε ένα ανθοπωλείο είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και ήθελε όλοι να το θαυμάζουν.
Έτσι, όταν μια μέρα εκεί κοντά στην Πρωτομαγιά, μια νοικοκυρά έτυχε να το πάρει και να το βάλει στην κύρια είσοδο του σπιτιού της για διακοσμητικό, αυτό απογοητεύτηκε πολύ, αφού το σπίτι της ήταν ημιυπόγειο και έτσι όλοι οι περαστικοί το προσπερνούσαν χωρίς να του δώσουν σημασία. Έτσι λοιπόν αποφάσισε να βρει άλλη πόρτα να στολίσει.
Δρόμο πήρε, δρόμο άφησε, ώσπου κάποια στιγμή βρέθηκε στην κεντρική λεωφόρο της πόλης. Αφού περπάτησε αρκετά και μαγεύτηκε από τις στολισμένες βιτρίνες των καταστημάτων, κατέληξε στην πλατεία, η οποία εκείνη τη στιγμή ήταν γεμάτη ευωδιαστά και πολύχρωμα λουλούδια για τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς. "Δύσκολο να ξεχωρίσω ανάμεσά τους", σκέφτηκε και συνέχισε την αναζήτησή του.
Μετά από λίγο, βρέθηκε μπροστά στην πόρτα του Δημαρχείου. "Εδώ σίγουρα όλοι θα με θαυμάζουν!", αναφώνησε, και έριξε ένα σάλτο για να τη διακοσμήσει. Δεν πρόλαβαν να περάσουν λίγα λεπτά και από μπροστά του πέρασε μια ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι έμειναν να το κοιτάζουν με έκπληξη και θαυμασμό.
Λίγη ώρα αργότερα όμως, η πόρτα άνοιξε και από μέσα βγήκε ο Δήμαρχος, ο οποίος χαμογελαστός άρχισε να βγάζει ομιλία στους ανθρώπους για την σημασία της γιορτής της Πρωτομαγιάς. Έτσι σύντομα γύρω του μαζεύτηκε πλήθος ανθρώπων που όλοι τον κοιτούσαν, τον θαύμαζαν και τον χειροκροτούσαν, και κανένας δεν κοιτούσε το μαγιοστέφανο.
Αυτό, θυμωμένο που δεν τραβούσε πια την προσοχή κανενός, έριξε για ακόμη μια φορά ένα σάλτο και κατέβηκε από την πόρτα του Δημαρχείου. Δρόμο πήρε, δρόμο άφησε και πόρτες συνάντησε πολλές, μα καμία δεν το ικανοποίησε. Έτσι με τα πολλά, έφτασε στην πόρτα μιας Εκκλησίας με ένα πανύψηλο καμπαναριό, το οποίο έφτανε ψηλά ως τον ουρανό. Μπήκε λοιπόν μέσα και αφού ανέβηκε τα σκαλιά ένα - ένα, με πολύ κόπο κατάφερε και έφτασε στην κορυφή του καμπαναριού, στην οποία βρισκόταν ένα σιδερένιο κοκοκάρι που έδειχνε τη φορά του ανέμου.
Μάζεψε λοιπόν θάρρος, και ρίχνοντας ένα τελευταίο σάλτο καβάλησε το κοκοράκι. Μέσα σε λίγα λεπτά πλήθος κόσμου μαζεύτηκαν από κάτω να θαυμάσουν το απρόσμενο θέαμα αφού απόρησαν, πως ήταν δυνατόν ένα μαγιοστέφανο με τόσο όμορφα λουλούδια που θα 'πρεπε να διακοσμεί τις πόρτες των σπιτιών, να βρεθεί στολίδι στην κορυφή του καμπαναριού της Εκκλησίας.
Τότε φύσηξε δυνατός άνεμος και το κοκοράκι άρχισε να περιστρέφεται με μεγάλη δύναμη κατά την κατεύθυνση του ανέμου, η οποία διαρκώς άλλαζε. Έτσι το μαγιοστέφανο αναγκάστηκε να ρίξει όλα του τα λουλούδια, άσπρα, κόκκινα κίτρινα και βιολεττί, τα οποία έπεσαν από την κορυφή του καμπαναριού στο πλήθος κόσμου που είχε μαζευτεί από κάτω. Τόσο μαγικό ήταν μάλιστα το θέαμα που θύμισε συντριβάνι λουλουδιών, και έτσι ακόμη περισσότεροι άνθρωποι μαζεύτηκαν από κάτω για να δουν τι είχε συμβεί. Αφού μάζεψαν τα λουλούδια με προσοχή από κάτω και τα καθάρισαν, τα μύρισαν και άφησαν την ευωδία τους να τους κατακλύσει.
Και το καλό μας μαγιοστέφανο; Έμεινε χωρίς λουλούδια, με μόνο τα λιγοστά πράσινα κλωνάρια και φύλλα που είχε για να τα συγκρατεί. Τόσο όμως χάρηκε που πέτυχε τον στόχο του, που από εκείνη τη μέρα αποφάσισε να γιορτάσει την επόμενη Πρωτομαγιά αλλά και κάθε Πρωτομαγιά χαρίζοντας απλόχερα τα λουλούδια του.