ΈΝΑ ΑΜΠΕΛΟΦΑΣΟΥΛΟ κάποτε πίστευε πως είχε μεγάλο ταλέντο στο τραγούδι, όμως στην πραγματικότητα δεν τραγουδούσε με τη δική του φωνή, παρά μόνο μιμούνταν τις φωνές των τραγουδιστών, όπως ακριβώς τις είχε ακούσει να λένε το εκάστοτε τραγούδι.
Κάθε φορά δε που του το επεσήμαναν, αυτό θύμωνε πολύ. Έτσι μια μέρα που το κακό παράγινε, ζήτησε από τα άλλα φρούτα και λαχανικά να στήσουν κριτική επιτροπή.
‘Ετσι κι έγινε. Φρόντισε μάλιστα πριν εμφανιστεί μπροστά στην κριτική επιτροπή, η οποία αποτελούνταν από την ντομάτα, το αγγούρι και το κρεμμύδι, να μάθει όσο περισσότερα τραγούδια μπορούσε και να διαλέξει κατά κύριο λόγο άγνωστα τραγούδια που μόνο αυτός είχε ακούσει ώστε να μην του πουν ότι μιμούνταν τη φωνή κάποιου γνωστού τραγουδιστή.
Η κριτική επιτροπή όμως δεν πείστηκε. «Θέλουμε να μας τραγουδήσεις ένα καινούριο τραγούδι», του είπαν και του έδωσαν τους στίχους και τη μελωδία σε χαρτί στο χέρι. Αυτό πάλι, από τη μια φοβήθηκε πως θα τα θαλάσσωνε, από την άλλη ντράπηκε να πει πως τα παρατάει. Έτσι μόλις πήρε να τραγουδήσει, τα άλλα φρούτα και λαχανικά κάλυψαν αμέσως τα αυτιά τους για να μην κουφαθούν από την παραφωνία του.
Μόλις τελείωσε, η κριτική επιτροπή του είπε: «Ένας τόσο ταλαντούχος μίμος φωνών σαν κι εσένα ίσως είχε καλύτερη τύχη στο θέατρο». Και με αυτά τα λόγια του έδειξαν τον Μαϊντανό, ξακουστό ηθοποιό, ο οποίος το οδήγησε στο θέατρό του και του πρότεινε να συνεργαστούν: τις μισές μέρες της βδομάδας θα δούλευε αυτός στις θεατρικές παραστάσεις, και τις άλλες μισές το αμπελοφάσουλο στους ίδιους ρόλους, μιμούμενο την φωνή του Μαϊντανού. Αφού είχε τόσο ταλέντο στο να μιμείται φωνές, σκέφτηκε ο Μαϊντανός, σίγουρα δεν θα δυσκολευόταν να μιμηθεί και την κίνηση του ηθοποιού.
Έτσι, οι δυο τους κλείστηκαν στο θέατρο και έκαναν ώρες ατελείωτες. Όταν όμως ήρθε η μεγάλη ώρα το αμπελοφάσουλο να ανέβει στη σκηνή, τα θαλάσσωσε: από τα λόγια θυμόταν τα μισά, ενώ τις κινήσεις τις έκανε όλες λάθος. Τόσο μάλιστα είχε αγχωθεί που ανέβηκε για πρώτη φορά στο σανίδι, που ένιωσε να του κόβονται τα πόδια. Δεν βρέθηκε κανένας να το χειροκροτήσει, παρά μόνο όλοι το παρηγορούσαν πως κάτι άλλο θα έβρισκε στο οποίο να είναι καλός.
«Δεν έχω κανένα ταλέντο πια;», αναρωτήθηκε το αμπελοφάσουλο κι έβαλε τα κλάματα. Ύστερα πήγε βόλτα στο γειτονικό δάσος να ξεχαστεί. Περπάτησε ώρες ολόκληρες, ώσπου με τα πολλά πέτυχε ένα ξέφωτο στο οποίο ένας περιπλανώμενος θίασος Καραγκιόζη είχε στήσει μπερντέ, καθώς και καρέκλες για τους θεατές. Από τη μια για να ξεχαστεί, και από την άλλη από περιέργεια, το αμπελοφάσουλο έκλεισε εισιτήριο και κάθισε αναπαυτικά να περιμένει να αρχίσει η παράσταση: «Ο Καραγκιόζης τραγουδιστής».
Μόλις ξεκίνησε η παράσταση, τόσο το συνεπήρε το θέαμα που άρχισε να επαναλαμβάνει τα λόγια του Καραγκιόζη, του Χατζηαβάτη και των άλλων φιγούρων απ’ την καρέκλα του. Οι θεατές έμειναν άναυδοι: τόσο πειστικά τις έκανε, που αναρωτιόντουσαν αν ήταν μέλος του θιάσου ή όχι. Τόσο μεγάλο θέμα έγινε δε, που ο Καραγκιοζοπαίχτης σταμάτησε την παράσταση για να δει τι συνέβαινε.
«Να συνεργαστούμε τότε!», φώναξε με ενθουσιασμό ο Καραγκιοζοπαίχτης αφού έβαλε το αμπελοφάσουλο σε δοκιμασία να μιμηθεί μια – μια τις φωνές όλων των ηρώων του θεάτρου σκιών. Οι θεατές χειροκρότησαν, μαζί και το αμπελοφάσουλο, το οποίο ένιωσε εκείνη τη στιγμή πως βρήκε τη φυσική του κλίση.
Από εκείνη τη μέρα, και αφού το καταχάρηκε βοηθώντας τον Καραγκιοζοπαίχτη, έκανε μια απ’ τις πιο λαμπρές καριέρες στο Θέατρο Σκιών.