ΜΙΑ ΤΣΑΝΤΑ ΠΛΑΤΗΣ κάποτε σε ένα σχολείο ήταν πολύ ξεχασιάρα. Τόσο αδιόρθωτη ήταν μάλιστα που όποτε αναλάμβανε να κουβαλήσει πράγματα, ξεχνούσε τα μισά στο σπίτι. Το μόνο που δεν ξεχνούσε ήταν το κολατσιό της, το οποίο ετοίμαζε κάθε μέρα με πολλή προσοχή και υπομονή. "Το κολατσιό πώς γίνεται και δεν το ξεχνάς ποτέ;", έλεγαν τα άλλα σχολικά είδη για να την πειράξουν. Αυτής όμως το αυτί δεν ίδρωνε, και έτσι ξεχνούσε διαρκώς τετράδια, μολύβια και βιβλία, και τα έφερνε όποτε θυμόταν.
Έτσι λοιπόν μια μέρα, τα άλλα σχολικά είδη με πρώτο τον χάρακα σκέφτηκαν, για να τη βάλουν σε δοκιμασία, να της ζητήσουν να φέρει όλα της τα πράγματα στο σχολείο, και να τα κλειδώσει εκεί, ώστε, αν τύχαινε ποτέ να χρειαστεί κάτι, να μπορεί αμέσως να το βρει. Η τσάντα συμφώνησε, όμως την αμέσως επόμενη μέρα έφερε μόνο τα μισά της πράγματα, αφού τα υπόλοιπα τα ξέχασε πάλι στο σπίτι.
"Δεν πειράζει, ας κλειδώσουμε αυτά...", είπε ο χάρακας, και τα κλείδωσε στο συρτάρι κάτω από το θρανίο της. "Αύριο όμως να φέρεις και τα υπόλοιπα!", συμπλήρωσε με αυστηρό τόνο.
Όμως και τη δεύτερη μέρα, η τσάντα έφερε ακριβώς τα μισά απ όσα είχε αφήσει στο σπίτι. "Σήμερα, όπως φαίνεται, έφερες... τα μισά των μισών!", της είπε ο χάρακας όλο νόημα και τα κλείδωσε και αυτά στο συρτάρι. Τα άλλα σχολικά είδη έσκασαν στα γέλια μόλις το άκουσαν.
Και την επόμενη μέρα, η τσάντα έφερε πάλι τα μισά απ' όσα της έμειναν σπίτι. Το ίδιο και τη μεθεπόμενη. Κάθε μέρα που περνούσε, έφερνε ακριβώς τα μισά απ' όσα της είχαν μείνει. Ώσπου σιγά σιγά τα περισσότερα πράγματα είχαν κλειδωθεί στο συρτάρι της κάτω από το θρανίο, και πλέον κουβαλούσε λίγα. Όταν μετά από αρκετές μέρες η τσάντα έφτασε να κουβαλήσει μόλις ένα τετράδιο, ο χάρακας υπέθεσε ότι θα της είχε μείνει άλλο ένα αντικείμενο στο σπίτι.
"Αφού σήμερα έφερε μόνο ένα τετράδιο μαζί της, λογικά αύριο θα μας φέρει και το τελευταίο αντικείμενο!",είπε στα άλλα σχολικά είδη. Αυτά ξέσπασαν σε χειροκροτήματα, και γέμισαν περιέργεια για το τι θα συνέβαινε την επόμενη ημέρα. Έβαζαν δε στοιχήματα για το τι θα ήταν το τελευταίο αντικείμενο: βιβλίο, τετράδιο ή κάποιο μολύβι;
Όμως την επόμενη μέρα το πρωί, η τσάντα άργησε πολύ να φανεί. Η ώρα περνούσε, και τα σχολικά είδη άρχισαν να ανυπομονούν και να κάνουν σενάρια με το μυαλό τους. Όταν εμφανίστηκε, τους είπε:"παραλίγο να ξεχάσω το κολατσιό. Στα μισά της διαδρομής το θυμήθηκα και γύρισα σπίτι να το πάρω".
"Υπάρχει κάτι άλλο που ξέχασες στο σπίτι σήμερα;", τη ρώτησε ο χάρακας όλο απορία. "Τώρα που το λες, ένα τελευταίο τετράδιο...", είπε αυτή και κοκκίνισε από ντροπή, δαγκώνοντας το κολατσιό της. Τα άλλα σχολικά είδη έσκασαν στα γέλια.
Και έτσι, το τετράδιο έμεινε για πάντα ξεχασμένο στο σπίτι, αφού κάθε μέρα η τσάντα είχε δυο πράγματα να θυμηθεί: αυτό και το κολατσιό, το οποίο δεν ξεχνούσε ποτέ.