Ένα πασχαλινό αυγό κάποτε σε ένα σπίτι ήθελε να λάμπει περισσότερο απ' όλα τα άλλα αυγά. "Με λένε Αντζουλίνα και είμαι η πιο λαμπερή αυγουλίνα", έλεγε και ξανάλεγε, και φανταζόταν πως ήταν το πιο όμορφο απ' όλα τα αυγά. Έτσι λοιπόν, περίμενε πως και πως την Μεγάλη Πέμπτη για να την βάψει η νοικοκυρά.
Μόλις όμως ήρθε η μεγάλη μέρα, η καλή μας Αντζουλίνα έμεινε τελευταία. Καθόταν λοιπόν απορημένη και κοιτούσε την διαδικασία της βαφής με κάθε λεπτομέρεια: η νοικοκυρά με πολύ μεράκι έπαιρνε τα αυγά από το κατσαρολάκι όπου έβραζαν και αφού περίμενε να στεγνώζουν, τα γυάλισε και με ένα πινέλο άρχιζε να σχεδιάζει πάνω τους λογής λογής σχέδια, ενώ σε κάποια από αυτά πέρασε πολύχρωμες κορδελίτσες και τους έβαλε αυτοκόλλητα. Πάνω όμως που θα έφτανε η σειρά της Αντζουλίνας, η νοικοκυρά κουράστηκε και άρχισε να τα μαζεύει. "Ας μην βάψω άλλα", είπε, και κάπως έτσι την άφησε άβαφη.
"Μα είναι δυνατόν να κάνω Πάσχα αστόλιστη;", αναρωτήθηκε η καλή μας Αντζουλίνα, και μόνο που δεν έβαλε τα κλάματα. Έπειτα κοίταξε καλά καλά τα άλλα αυγά και βλέποντας πόσο όμορφα τα είχε βάψει η νοικοκυρά, και με τι ωραία σχέδια, γέμισε ζήλια και άρχισε να βάζει με το μυαλό της λογής λογής σχέδια.
Το βράδυ λοιπόν που δεν την κολλούσε ύπνος, ξεγλίστρισε από το καλαθάκι με πολλή προσοχή ώστε να μην ξυπνήσει τους άλλους και πήγε στο μπάνιο. Άνοιξε το ντουλάπι πάνω από τον νιπτήρα, πήρε το κραγιόν της νοικοκυράς και βάφτηκε με αυτό. Έπειτα πήγε στο τσαντάκι με τα καλλυντικά και έβγαλε από μέσα πινέλα, μπογιές και πούδρα. Πέρασε ώρες ατελείωτες μπροστά στον καθρέφτη βάφοντας και ξεβάφοντας, ώσπου στο τέλος στολίστηκε σαν κοκέτα.
Με τα πολλά, και λίγο πριν ξημερώσει, γύρισε πίσω στο καλαθάκι και έπεσε για ύπνο, ενώ φρόντισε να βάλει και κρέμα νυκτός για τις ρυτίδες. Γεμάτη αυτοπεποίθηση πως θα άφηνε τα άλλα αυγά άφωνα, έκλεισε τα μάτια της και ονειρεύτηκε πως όλοι την ζήλευαν και την θαύμαζαν για την ομορφιά της. Το επόμενο πρωί όμως, το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, ξύπνησε από δυνατά χαχανητά.
"Για την Ανάσταση ετοιμάστηκες ή για τα... μπουζούκια;", της είπαν τα άλλα αυγά στο καλάθι και την έδειξαν κοροϊδευτικά. Το κακό παράγινε όταν ένα από τα αυγά που βρισκόταν μπροστά της αναρωτήθηκε αν ήταν όντως αυτή κάτω από τόση μπογιά. "Αν είσαι η Αντζουλίνα γιατί βάφτηκες έτσι...", την ρώτησε.
Αυτή πάλι, έβαλε τα κλάμματα και αυτή τη φορά για τα καλά, τόσο που ξέβαψε, και η μπογιά που έμεινε πάνω της φαινόταν σαν να είχε βαφτεί κόκκινη και το χρώμα να είχε ξεφτίσει.
"Αυτό δεν το έβαψα καλά...!", αναφώνησε η νοικοκυρά μόλις την είδε, και έτρεξε να διορθώσει το λάθος. Και έτσι λοιπόν, η καλή μας Αντζουλίνα έκανε Πασχαλιά βαμμένη κόκκινη, όπως όλα τα κανονικά πασχαλινά αυγά, χωρίς πολλά περιττά και φανταχτερά στολίδια.