Κάποτε έτυχε μια γάτα να γνωρίσει μια πονηρή αλεπού στο δάσος. Σκέφτηκε "είναι τόσο έξυπνη, και έχει τόσο μεγάλη πείρα, που όλοι την σέβονται στο δάσος.", και έτσι της μίλησε πολύ ευγενικά. "Καλημέρα σας κ. αλεπού. Πως είστε; Πως τα βγάζετε πέρα σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς;"
Η αλεπού, γεμάτη αλαζονεία, κοίταξε την γάτα απ' την κορφή ως τα νύχια, και της απάντησε: "βρε παλιόγατα, που μόνο να στήνεις φάκες για να πιάνεις ποντίκια ξέρεις. Εσύ που έχεις το θάρρος να με ρωτάς πως τα βγάζω πέρα, πόσα απ' τα τεχνάσματά μου ξέρεις και πόσα μπορείς πραγματικά να καταλάβεις;"
"Έχεις δίκιο. Μόνο για να πιάνω ποντίκια κάνω, κι αυτό όταν ο άνθρωπος βάζει τυρί στη φάκα. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο στο οποίο είμαι πολύ καλή.", απάντησε η γάτα.
"Και τι είναι αυτό;", την ρώτησε πίσω η αλεπού.
"Πως να ξεφεύγω απ' τους σκύλους."
"Αυτό είναι όλο;", την ρώτησε πίσω η αλεπού. "Γνωρίζω εκατοντάδες κόλπα, αφού είμαι η πιο πονηρή στο δάσος. Λυπάμαι για σένα."
Τότε πέρασε ένας κυνηγός με τέσσερις σκύλους. Η γάτα πήδηξε πάνω στο δέντρο και κάθισε στην κορφή του, όπου κρύφτηκε καλά πίσω από φύλλα και κλαδιά. Η αλεπού πάλι κατατρόμαξε και άρχισε να τρέχει, όμως, όπως τα φέρνει η τύχη, πάτησε πάνω σε παγίδα, η οποία έκλεισε και της μάγκωσε το πόδι.
"Ω καλή μου αλεπού", της φώναξε η γάτα από ψηλά. "Καλά τα εκατοντάδες κόλπα σου, αλλά αν ήξερες μόνο να σκαρφαλώνεις τα δέντρα όπως εγώ και να αποφεύγεις τις φάκες, θα την είχες γλιτώσει τώρα."