(διασκευή από μύθο των Αζόρων)
Ο Παράδεισος κυβερνιέται φυσικά, πάνω από όλα, από κανονισμούς και νόμους. Όλα τα καλά μέρη έχουν το νόμο ως υπέρτατη αρχή.
Πολλά πολλά χρόνια στο παρελθόν, το αγγελάκι που είχε υπό την επίβλεψή του τον ουράνιο κήπο υπέπεσε σε παράπτωμα, σπάζοντας έναν από τους κανονισμούς, και θα έπρεπε να τιμωρηθεί, αφού η τιμωρία ακολουθεί το σπάσιμο των νόμων. Θα έπρεπε λοιπόν να εγκαταλείψει οριστικά το πόστο του στους ουράνιους κήπους.
Όπως όμως πολύ συχνά συμβαίνει, το αγγελάκι είχε δει το καθένα από τα μοναδικά αυτά άνθη που φυτρώνουν στον κήπο να μεγαλώνει και τα είχε περιποιηθεί με την προσωπική του φροντίδα. Για τελευταία φορά έτσι, πριν φύγει, πήγε για έναν περίπατο στους ουράνιους κήπους για να τα μυρίσει.
"Τι πανέμορφα που είναι! Δεν μπορώ να τα αφήσω...", σκέφτηκε κοιτάζοντας τα άνθη. "Μου ραγίζει την καρδιά".
Τα λουλούδια σήκωσαν τα πρόσωπά τους για να αντικρίσουν το αγγελάκι, βγάζοντας όλη τους την ευωδία. Αυτό δεν μπόρεσε να αντισταθεί. Άπλωσε τα χέρια του και άρχισε να μαζεύει τα ομορφότερα από αυτά, ώσπου γέμισε όλη του την αγκαλιά.
Μάζευε και μάζευε, ώσπου έχασε το μέτρημα. Προσπάθησε να χωρέσει όσα πιο πολλά γίνεται. Όταν έκανε να φύγει, μια δυνατή φωνή ακούστηκε από το πουθενά: "Ποιος είναι αυτός που μαζεύει τα λουλούδια από τον κήπο χωρίς την άδεια μου;"
Το αγγελάκι τόσο τρόμαξε, που του έπεσαν όλα τα λουλούδια, μικρά και μεγάλα, όλων των χρωμάτων και όλων των σχημάτων, απ' τα χέρια. Επειδή μάλιστα ο παράδεισος δεν έχει έδαφος, τα λουλούδια αυτά έπεσαν από τον Ουρανό στη Γη, όπου προσγειώθηκαν στα γαλανά νερά του Αιγαίου πελάγους και επέπλευσαν.
Πριν καλά καλά το αγγελάκι κάνει να τα μαζέψει, αυτά είχαν μετατραπεί στα αναρίθμητα, πανέμορφα νησιά του Αιγαίου πελάγους.