ΕΝΑ ΞΥΛΙΝΟ ΔΕΝΤΡΑΚΙ ΚΑΠΟΤΕ ένιωθε μεγάλη μοναξιά τα Χριστούγεννα ανάμεσα στα άλλα πλαστικά στολίδια και έψαχνε να βρει άλλα δέντρα να κάνει παρέα. Αυτά πάλι ούτε που του έδιναν σημασία, αφού ήταν το μόνο ξύλινο στολίδι στο σαλόνι. "Ας κάνει παρέα με το έλατο", έλεγαν για να δικαιολογηθούν.
Μόλις όμως ήρθε η νοικοκυρά να στολίσει το χριστουγεννιάτικο δέντρο, το καλό μας δεντράκι έμεινε και πάλι παραπονεμένο αφού δεν έφερε στο σπίτι κανονικό δέντρο αλλά... πλαστικό, όπως τα στολίδια που θα το διακοσμούσαν. "Κι εγώ τώρα με ποιόν θα κάνω παρέα;", αναρωτήθηκε αυτό, αναπήδησε από το τραπεζάκι στο οποίο το είχε τοποθετήσει η νοικοκυρά και ξεχύθηκε στο κοντινό δάσος να γυρέψει κανονικά έλατα από ξύλο να κάνει παρέα.
Περπάτησε και περπάτησε μέσα στο χιονισμένο δάσος, αλλά όσο κι αν έψαξε δεν κατάφερε να βρει ούτε ένα έλατο. "Τα έκοψαν όλα οι άνθρωποι για να τα στολίσουν για τα Χριστούγεννα", του είπε ένας σκίουρος που ψαχούλευε να βρει βελανίδι ανάμεσα στα χιονισμένα κλαδιά των δέντρων, και το καλό μας δεντράκι στενοχωρήθηκε πολύ. Σκέφτηκε δε να πάρει το δρόμο του γυρισμού. Τελευταία στιγμή όμως είδε από μακριά έναν ξυλοκόπο να κόβει ένα δέντρο που έμοιαζε με έλατο.
Έτρεξε προς το μέρος του για να τον σταματήσει, όμως αυτός με δύναμη βάρεσε την τελευταία τσεκουριά με την οποία σώριασε το έλατο στο έδαφος. Έπειτα έκοψε τον κορμό του σε μικρότερα κομμάτια και τα φόρτωσε σε ένα κάρο το οποίο είχε αφήσει εκεί δίπλα. "Αυτό πρέπει να ήταν το τελευταίο", είπε ο ξυλοκόπος καθαρίζοντας τις βελόνες από τα κομμένα κλαδιά του έλατου και το δεντράκι έβαλε τα κλάματα μόλις το άκουσε.
Τότε λοιπόν σκέφτηκε να πηδήξει κι αυτό στο κάρο και να ακολουθήσει τον ξυλοκόπο για να δει που θα πάει. Χωρίς αυτός να το καταλάβει, διέσχισαν μαζί το χιονισμένο δάσος, ώσπου έφτασαν στην άλλη άκρη του όχι σε σπίτι, αλλά σε ένα απομονωμένο εργαστήρι. Δέκα μικρά ξωτικά βγήκαν να υποδεχθούν τον ξυλοκόπο και να παραλάβουν από αυτό τον κορμό του δέντρου για να τον μετατρέψουν σε ξύλινα παιχνίδια, και τότε το δεντράκι κατάλαβε πως ο ξυλοκόπος δεν ήταν άλλος από τον... Άι Βασίλη, ο οποίος είχε βγει για να βρει πρώτες ύλες για τα πρωτοχρονιάτικα δώρα που θα μοίραζε.
Μόλις μπήκε στο εργαστήρι εντυπωσιάστηκε πολύ με τα παιχνίδια που είδε να κάθονται στα ράφια, αλλά και με τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν τα ξωτικά - τεχνίτες για να τα κατασκευάσουν. 'Ετσι σκέφτηκε, καθώς αυτά κουβαλούσαν τον κορμό του κομμένου έλατου, να τοποθετηθεί ακριβώς μπροστά τους ώστε να τους δώσει ιδέα. "Πολύ όμορφο!" αναφώνησαν τα ξωτικά μόλις είδαν το δεντράκι και με το ξύλο από το κομμένο έλατο έφτιαξαν πολλά πολλά μικρά ακόμη ελατάκια, ίδια με αυτό.
Έπειτα τα έβαλαν σε σακούλες και τα έδωσαν στον Άγιο Βασίλη, ο οποίος την νύχτα της Παραμονής της Πρωτοχρονιάς πέταξε με το έλκυθρό του πάνω απ' όλα τα σπίτια και τα μοίρασε ως δώρα. Και έτσι το καλό μας ελατάκι γύρισε πίσω στην ζεστή γωνιά του στο σπίτι μαζί με τους καινούριους του φίλους.