Μια μηχανική ζυγαριά κάποτε σε ένα νοικοκυριό τα έκανε μονίμως θάλασσα στους υπολογισμούς. "Ίσως είναι ένα κιλό, ίσως και δυο... τι να σας πω;", έλεγε προβληματισμένη κάθε φορά που κάποιος την έβαζε να ζυγίσει κάτι. Η νοικοκυρά πάλι, που ήθελε να υπολογίζει ακριβώς ποσότητες για να μαγειρεύει, απέφευγε να την χρησιμοποιεί και την θεωρούσε χαλασμένη.
Το κακό παράγινε όταν μια μέρα, η νοικοκυρά άφησε δίπλα της πάνω στον πάγκο μια ολοκαίνουρια ζυγαριά ακριβείας. Μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί, η καλή μας ζυγαριά ένιωσε να κυριεύεται από θυμό και ζήλια. "Ήρθε τώρα αυτή η ηλεκτρονική να μας πει τι; Ότι ξέρει να υπολογίζει καλύτερα από μένα;", αναφώνησε, και οι άλλες ηλεκτρικές συσκευές που βρισκόταν στην κουζίνα, τοστιέρες, ψυγεία και καφετιέρες, ξέσπασαν σε γέλια.
"Εδώ... πρόσθεση σε βάζουμε να κάνεις και τα κάνεις θάλασσα!", της είπε το ψυγείο με ένα χαμόγελο που έφτανε ως τα αυτιά. Αυτή πάλι, δεν πτοήθηκε: αποφάσισε να μάθει να χρησιμοποιεί υπολογιστή τσέπης, το γνωστό μας κομπιουτεράκι. Έτσι λοιπόν, πήγε ως το δωμάτιο, βρήκε το κομπιουτεράκι το οποίο χρησιμοποιούσε σπανίως η νοικοκυρά, και άρχισε να πατάει τα κουμπιά του για να καταλάβει πως λειτουργεί.
Ώρες ολόκληρες αργότερα, η ζυγαριά δεν κατάφερε να βγάλει άκρη, αφού δεν ήξερε ακόμη τα βασικά μαθηματικά. "Δεν καταλαβαίνω πότε πατάμε συν, πότε πλην και πότε ίσον", είπε θυμωμένη, και σκέφτηκε να τα παρατήσει. Τότε ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, ο οποίος είχε την φήμη του μεγαλύτερου μαθηματικού στο σπίτι της πρότεινε να κάνουν μαζί μάθημα, ξεκινώντας από την πρόσθεση και την αφαίρεση. Έπειτα θα πήγαιναν σε πιο δύσκολα μαθήματα, όπως ο πολλαπλασιασμός και η διαίρεση. Έτσι και έγινε. Σύντομα και με αρκετό κόπο η καλή μας ζυγαριά έμαθε να παίζει τις μαθηματικές πράξεις στα δάκτυλα.
Την επόμενη μέρα λοιπόν, η νοικοκυρά γύρισε από την λαϊκή αγορά φορτωμένη με δέκα σακούλες ψώνια, τα οποία θέλησε να ζυγίσει για να διαπιστώσει αν όντως της είχαν δώσει τις ποσότητες που είχε ζητήσει. Για κακή της τύχη όμως, στο σπίτι έγινε διακοπή ρεύματος, και η ηλεκτρονική ζυγαριά που βασιζόταν στο ηλεκτρικό ρεύμα, παρέμενε κλειστή.
"Ευκαιρία να αποδείξω την αξία μου", σκέφτηκε η καλή μας ζυγαριά, η οποία ήταν μηχανική, και έτσι δεν χρειαζόταν ρεύμα για να λειτουργήσει. Έτσι λοιπόν, πήγε και στάθηκε στη μέση του πάγκου, δίπλα στα ψώνια.
"Ας δοκιμάσω τότε με την παλιά ζυγαριά", είπε η νοικοκυρά και έβαλε να ζυγίσει πάνω της ντομάτες, τυρί, καθώς και μισό κιλό κοτόπουλο. Η καλή μας ζυγαριά έβαλε τον καλύτερό της εαυτό να τα υπολογίσει όλα στην εντέλεια, και πράγματι, η νοικοκυρά της έβγαλε το καπέλο: βρήκε ακριβώς τις ποσότητες, όπως ακριβώς τις είχε αγοράσει στην λαϊκή αγορά. Οι ηλεκτρικές συσκευές του σπιτιού ξέσπασαν σε χειροκροτήματα.
Από εκείνη τη μέρα, δεν βρέθηκε ούτε ένας να αμφισβητήσει ξανά την χρησιμότητά της, ενώ χρόνια ολόκληρα αργότερα, μαζί με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή του σπιτιού κέρδισαν έπαθλο σε μαθηματικό διαγωνισμό.