ΕΝΑΣ ΩΡΟΛΟΓΟΠΟΙΟΣ ΚΑΠΟΤΕ σε ένα χωριό στην Ελβετία είχε την φήμη πως μπορούσε να φτιάχνει τα καλύτερα ρολόγια και ξυπνητήρια στον κόσμο. Τόσο καλοκουρδισμένα θεωρούνταν τα ξυπνητήρια του, που ανάμεσα στους πελάτες του μπορούσε να βρει κανείς άρχοντες και βασιλείς. Και ενώ όλοι τον θεωρούσαν ταλαντούχο, ο ίδιος γνώριζε πως το πραγματικό του ταλέντο ήταν η εργατικότητα και η μεθοδικότητά του: έπιανε νωρίς το πρωί δουλειά και εργαζόταν μέχρι αργά το βράδυ, ακολουθώντας αυστηρό πρόγραμμα, χωρίς παρεκκλίσεις.
Ο διάβολος προσπάθησε πολλές φορές να τον βγάλει από το πρόγραμμά του, αλλά αυτός έδινε πάντα στην δουλειά του όλη του την προσοχή και απέφευγε τα παραστρατήματα των συγχωριανών του. Πολλές φορές ο διάβολος θα έβαζε κάποιον να τον επισκεφτεί και να του φέρει κρασί ή να τον προσκαλέσει σε κάποιο γλέντι, ωστόσο αυτός ήξερε ακριβώς πως να κάνει το πρόγραμμά του ώστε να μην πάει πίσω η δουλειά του. Όλη του η ζωή ήταν τόσο καλοκουρδισμένη σαν τα ρολόγια του που δεν του ξέφευγε τίποτα.
Τότε μια μέρα ο διάβολος, αφού το πήρε απόφαση πως ο ωρολογοποιός δεν θα ξεστράτιζε από μόνος του, σκέφτηκε να τον καταφέρει με τέχνασμα. Παρουσιάστηκε μπροστά του ως ξένος, φορώντας μια πράσινη μπέρτα που κάλυπτε το τρίχωμά του, και του είπε πως υπέφερε από αϋπνίες. Του έδωσε λοιπόν ειδική παραγγελία, να του φτιάξει ένα ιδιαίτερο "ξυπνητήρι", το "ξε-ξυπνητήρι" που θα τον κοίμιζε αντί να τον ξυπνάει: για το σκοπό αυτό μάλιστα του έδωσε ένα ειδικό γρανάζι, το οποίο ο ωρολογοποιός θα χρησιμοποιούσε στην κατασκευή του ξε-ξυπνητηριού.
Ο ωρολογοποιός απόρησε αλλά συμφώνησε. Ο ξένος τον άφησε να δουλεύει νυχθημερόν, και πράγματι αυτός κόπιασε πολύ για να καταλάβει πως λειτουργεί αυτό το μυστήριο γρανάζι. Το δοκίμασε σε έτοιμα ξυπνητήρια, αλλάζοντας τον μηχανισμό. Εργάστηκε πολύ, και πέρασαν μέρες και νύχτες ολόκληρες χωρίς να τον δει κανένας στο χωριό.
Αφού λοιπόν έκανε καιρό να φανεί, ο διάβολος σκέφτηκε πως το κόλπο του θα είχε πετύχει: ο ωρολογοποιός θα είχε κουρδίσει το ξε-ξυπνητήρι, και για να το δοκιμάσει θα το άφησε να χτυπήσει, με αποτέλεσμα να τον πάρει ο ύπνος. Τότε για μια δεύτερη φορά του χτύπησε την πόρτα, φορώντας την πράσινη μπέρτα. Ο ωρολογοποιός κουρασμένος και με μάτια κόκκινα από την αϋπνία άνοιξε την πόρτα και τον καλωσόρισε, λέγοντάς του πως ήρθε πάνω στην ώρα.
Όταν τον ρώτησε για το ξε-ξυπνητήρι, αυτός του είπε: «Εργάστηκα πέντε μέρες και πέντε νύχτες δίχως να κλείσω μάτι για να το φτιάξω, αλλά τα κατάφερα.»
Τότε ο ωρολογοποιός του παρουσίασε έναν πολύπλοκο μηχανισμό, ο οποίος υποτίθεται πως ήταν το ξε-ξυπνητήρι. Ο διάβολος για να πειστεί, το κούρδισε ώστε να χτυπήσει μπροστά τους, με αποτέλεσμα να πέσουν και οι δυο για ύπνο. Μόλις ο διάβολος ξύπνησε, είδε τον ωρολογοποιό στην δουλειά του να περιεργάζεται δυο γρανάζια για ένα άλλο, μεγαλύτερο ρολόι.
Τότε αυτός του είπε: «Το ξε-ξυπνητήρι μας έριξε και τους δυο για ύπνο, και πράγματι δεν θα σηκωνόμουν στην ώρα μου για δουλειά αν δεν είχα ένα τόσο καλοκουρδισμένο βιολογικό ρολόι».