ΕΝΑ ΜΕΛΑΝΟΔΟΧΕΙΟ κάποτε σε ένα σχολείο ήταν πολύ απρόσεκτο και χαλούσε πολύ περισσότερο μελάνι απ’ όσο χρειαζόταν κάθε φορά που κάποιος του ζητούσε για να γράψει. "Δεν ξέρεις να κάνεις καθόλου οικονομία!", του έλεγαν τα άλλα σχολικά είδη, όμως αυτό δεν έλεγε να αλλάξει τρόπους και συνήθειες. Κάθε φορά δε που το πλησίαζαν για να πάρουν απ’ το μελάνι του, φυλάγονταν για να μην τα πιτσιλίσει.
Ώσπου μια μέρα του καλοκαιριού, και αφού τα μαθήματα είχαν τελειώσει, τα σχολικά είδη σκέφτηκαν να οργανώσουν ένα μεγάλο αποχαιρετιστήριο πάρτυ. "Θέλουμε να μας φτιάξεις τις προσκλήσεις!", είπαν στο μελανοδοχείο, και του έφεραν ένα μεγάλο κουτί με χαρτί πολυτελείας.
"Δεν υπάρχει κάνενα πρόβλημα!", τους είπε αυτό ενθουσιασμένο, και άνοιξε το κουτί. Τα άλλα σχολικά είδη όμως, που δεν το εμπιστεύονταν, ζήτησαν από την πένα-φτερό να αναλάβει το γράψιμο. Έτσι αυτό θα της έδινε το μελάνι, και αυτή θα αποφάσιζε ακριβώς πόση ποσότητα να αφήσει πάνω στο κάθε φύλλο χαρτιού. "Πρέπει να φτάσει ακριβώς για όλες τις προσκλήσεις, και να μην πέσει παραπάνω μελάνι σε καμία", τους είπαν και τα άφησαν να συνεργαστούν.
Και έτσι οι δυο τους άρχισαν να συνεργάζονται για να γράψουν μια – μια τις προσκλήσεις του πάρτυ. "Θα χαρούμε πολύ να σας δούμε", έγραψε με όμορφα γράμματα και πολλή προσοχή η πένα-φτερό καθώς τελείωνε την πρώτη πρόσκληση, και το μελανοδοχείο γέμισε περηφάνεια με το τελικό αποτέλεσμα. Τα άλλα σχολικά είδη αναθάρρεψαν που τους είδαν να δουλεύουν μαζί χωρίς προβλήματα.
Όταν όμως ήρθε η ώρα για την δεύτερη πρόσκληση, έπεσε παραπάνω μελάνι στο χαρτί με αποτέλεσμα να γίνει ένας μεγάλος μαύρος λεκές ακριβώς στη μέση. "Δεν είπαμε να μου δίνεις ακριβώς όσο μελάνι χρειάζομαι;", είπε θυμωμένη η πένα-φτερό στο μελανοδοχείο, και παραδέχθηκε ότι είχε και αυτή μερίδιο ευθύνης. Έπειτα τσαλάκωσε τη μισοτελειωμένη πρόσκληση και την πέταξε στο καλάθι των αχρήστων.
"Πάμε πάλι!", του είπε και πήρε ένα καινούριο φύλλο χαρτί για να γράψει. Έπειτα βούτηξε με τη μύτη της στο μελάνι και άρχισε να σχηματίζει ένα – ένα τα γράμματα στο χαρτί. Επανέλαβε τη διαδικασία για κάθε καινούρια πρόσκληση, προσέχοντας ώστε να μην τύχει να ξαναπέσει παραπάνω μελάνι απ’ ότι έπρεπε και χρειαστεί να πετάξουν κι άλλη πρόσκληση στα σκουπίδια, αφού τα χαρτιά ήταν μετρημένα. Αλλά και το μελανοδοχείο το πήρε απόφαση, κι από εκείνη την ώρα έβαλε τα δυνατά του ώστε να μη σπαταλήσει καθόλου παραπάνω μελάνι. Τα σχολικά είδη με κομμένη την ανάσα παρακολουθούσαν τη διαδικασία, και έβαζαν στοιχήματα για το αν οι δυο τους θα τα κατάφερναν μέχρι το τέλος.
Ώσπου κάποια στιγμή, και αφού συμπληρώθηκε αρκετά μεγάλος αριθμός προσκλήσεων, το πήραν απόφαση και έφυγαν για να πάνε να φορέσουν τα καλά τους για το πάρτυ.
"Σας τα ‘λεγα!", τους είπε το μελανοδοχείο, καθώς η πένα-φτερό συμπλήρωνε τις τελευταίες λέξεις πάνω στην τελευταία πρόσκληση. Από τον ενθουσιασμό του όμως πάλι δεν πρόσεξε, και καθώς γυρνούσε πιτσίλισε τα άλλα σχολικα είδη με μελάνι, πολλά εκ των οποίων είχαν φορέσει τα καλά τους.
"Είσαι αδιόρθωτος!", του είπαν αυτά, και πήγαν να αλλάξουν πάλι και να καθαριστούν. Το μελανοδοχείο πάλι μόλις κατάλαβε τι είχε κάνει από τη μια τρόμαξε, από την άλλη κοκκίνισε από την ντροπή του.
Αφού τους ζήτησε συγγνώμη, πήρε το μάθημά του και κατάλαβε πως θα πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός ακόμη και πάνω στον ενθουσιασμό του.