ΜΙΑ ΒΑΛΙΤΣΑ ΚΑΜΠΙΝΑΣ κάποτε σε ένα αεροδρόμιο είχε την κακή συνήθεια να τρώει πολύ και απ’ ότι έβρισκε μπροστά της.
“Μη φοβάστε, ξέρω εγώ και τα βολεύω όλα”, έλεγε στα άλλα είδη ταξιδιού που ανησυχούσαν πως δεν θα χωρούσε ανάμεσα στις υπόλοιπες αποσκευές στο αεροπλάνο και έτσι αυτή καταβρόχθιζε βιβλία, πετσέτες και ρούχα. Αυτά πάλι, απορούσαν πώς τα κατάφερνε και τα καταχώνιαζε όλα, αφού σε κανένα ταξίδι, κανένας δεν την είχε σταματήσει.
Μια μέρα όμως, σε ένα απ’ τα πολλά ταξίδια τους, έτυχε να φάει ακόμη περισσότερο και να βαρυστομαχιάσει. Φυσούσε και ξεφυσούσε με την κοιλιά της πρησμένη και δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει. Μόλις τα είδη ταξιδιού έφτασαν στους ελέγχους πριν την επιβίβαση, ο υπάλληλος που ζύγισε τη βαλίτσα και έλεγξε τις διαστάσεις της, είπε: “Δυστυχώς θα πρέπει να αφήσετε πίσω τη βαλίτσα μέχρι να χωνέψει”.
Τα είδη ταξιδιού έμειναν με το στόμα ανοιχτό. “Μήπως να λέγαμε στο αεροπλάνο να περιμένει;”, τα ρώτησε η βαλίτσα έκπληκτη κι αυτά θύμωσαν πολύ μαζί της. “Μήπως να έτρωγες λιγότερο από δω και πέρα;”, της είπαν αυτά κοφτά.
Βλέποντας τους υπόλοιπους επιβάτες να επιβιβάζονται ένας - ένας, τα είδη ταξιδιού άρχισαν να πανικοβάλλονται. “Το αεροπλάνο αναχωρεί από στιγμή σε στιγμή, πρέπει να πάρουμε μια απόφαση”, είπαν και ο ένας μετά τον άλλο μπήκαν στη σειρά για επιβίβαση, ελπίζοντας πως θα συνέβαινε κάποιο θαύμα και η βαλίτσα θα ξεφούσκωνε.
Προς μεγάλη τους έκπληξη, εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ένα δυνατό ρέψιμο και όλα γύρισαν το βλέμμα τους προς τη βαλίτσα, που τελευταία στη σειρά, κάλυπτε το στόμα της με το χέρι. Μυστηριωδώς από το ρέψιμο ξεφούσκωσε και η κοιλιά της ξεπρήστηκε. Έγινε όμως κόκκινη από ντροπή με τόσα βλέμματα καρφωμένα πάνω της”.
“Εντάξει, τώρα η βαλίτσα μπορεί να επιβιβαστεί, αλλά μέσα στο αεροπλάνο τουλάχιστον ας προσέχει τους τρόπους της”, είπε ο υπάλληλος γελώντας με το πάθημα της βαλίτσας.
Κι έτσι, τα καλά μας είδη πρόλαβαν την πτήση τους. Αλλά και η βαλίτσα πήρε το μάθημά της, να μην παρατρώει πριν επιβιβαστεί στο αεροπλάνο.