ΕΝΑ ΛΑΣΤΙΧΟ ΚΑΠΟΤΕ σε έναν κήπο ήταν πολύ απρόσεκτο και κάθε φορά που πότιζε τα λουλούδια κατέληγε να καταβρέχει τους πάντες και τα πάντα.
"Πρόσεχε και λίγο", του είπε το ποτιστήρι μια μέρα που το κακό παράγινε. Το λάστιχο όμως γέλασε δυνατά, αφού του θεώρησε αστείο. Τότε λοιπόν σκέφτηκε αντί να καταβρέχει τους άλλους από απροσεξία, να το κάνει για πλάκα ώστε να γελάει μαζί τους. Έτσι έβαλε μπρος και ό,τι εργαλείο κηπουρικής έβρισκε μπροστά του το έκανε λούτσα.
"Αυτό σημαίνει πόλεμο", είπαν αυτά αναμεταξύ τους μόλις κατάλαβαν ότι το έκανε σκόπιμα και άρχισαν να περιεργάζονται τρόπους για να το τιμωρήσουν. Έτσι λοιπόν συνεννοήθηκαν να παίξουν νεροπόλεμο, αλλά αν τύχαινε να βρεθεί το λάστιχο κοντά τους να μην του δώσουν σημασία παρά μόνο να αρχίσουν να κρύβονται. Έτσι και έγινε.
Τα εργαλεία κηπουρικής πήραν λοιπόν νεροπίστολα και άρχισαν να πιτσιλίζουν το ένα το άλλο. Μόλις τα είδε, το λάστιχο ξετρελάθηκε. "Ευκαιρία να τους αποδείξω ποιος είναι ο καλύτερος", σκέφτηκε και άρχισε να τα καταβρέχει. Ένα ένα όμως, μόλις το έβλεπαν κρύβονταν πίσω από δέντρα και του ξέφευγαν. Αυτό πάλι συνέχισε να τα κυνηγάει, ώσπου κάποια στιγμή με τα πολλά απογοητεύτηκε.
"Δεν με παίζουν...", σιγομουρμούρισε. Τότε όμως πετάχτηκε μπροστά του η μηχανή του γκαζόν, η οποία άδειασε όλο της το νεροπίστολο πάνω του και άρχισε να τρέχει. Το λάστιχο θυμωμένο την πήρε ξωπίσω και την κυνήγησε σε όλο τον κήπο αλλά και έξω από αυτόν. Όσο γρηγορότερα έτρεχε, τόσο πιο γρήγορα έτρεχε και αυτή. Αλλά και τα εργαλεία κηπουρικής τόσο ενθουσιάστηκαν με το θέαμα που άρχισαν κι αυτά να τρέχουν ξωπίσω τους για να δουν τι θα συμβεί.
Με τα πολλά, και αφού ξεμάκρυναν πολύ από τον κήπο, έφτασαν σε έναν γέρικο πλάτανο και η μηχανή του γκαζόν, που πια δεν είχε που αλλού να τρέξει, άρχισε να τρέχει σε κύκλους για να μπερδέψει το λάστιχο. Αυτό τόσο ενθουσιάστηκε που επιτέλους θα την έπιανε, που τυλίχτηκε γύρω απ' τον πλάτανο τόσες πολλές φορές που έχασε το μέτρημα. Τόσο πολύ νερό άδειασε μάλιστα για να πετύχει τη μηχανή του γκαζόν, που το χώμα κάτω απ' τις ρίζες του πλάτανου έγινε λάσπη.
Όταν κάποια στιγμή με τα πολλά ξέμεινε από νερό και δεν έβγαζε άλλο, είχε τυλιχτεί τόσο σφιχτά γύρω απ' τον κορμό του δέντρου που δεν μπορούσε να βρει την ουρά του. Η μηχανή του γκαζόν πάλι έσκασε στα γέλια μαζί του. Μαζί και τα άλλα εργαλεία κηπουρικής, τα οποία μαζεύτηκαν γύρω από τον πλάτανο για να γελάσουν με το πάθημα του λάστιχου, το οποίο δεν μπορούσε να κατεβεί από το δέντρο. Αυτό έγινε κατακόκκινο από ντροπή.
"Να 'σαι καλά, με έκανες και ξανάνιωσα", είπε κάποια στιγμή ο πλάτανος στο λάστιχο και το βοήθησε να ξετυλιχθεί.
Από εκείνη τη μέρα και αφού πήρε το μάθημά του, δεν ξανακατάβρεξε κανέναν, ούτε σκόπιμα μα ούτε και από απροσεξία.