Ένα πλυντήριο κάποτε σε ένα νοικοκυριό ένιωθε αδικημένο σε σχέση με τις άλλες ηλεκτρικές συσκευές. Η νοικοκυρά το έβαζε σε λειτουργία κυρίως τα βράδια για να κάνει οικονομία στο ηλεκτρικό ρεύμα και έτσι αυτό ξενυχτούσε κάθε φορά για να καθαρίσει τα ρούχα. "Είναι άδικο η τοστιέρα και η σκούπα να δουλεύουν τα πρωινά, και εγώ να χάνω τον ύπνο μου για να έχει αυτή καθαρά ρούχα", έλεγε και ξανάλεγε.
Έτσι μια μέρα, πήρε την απόφαση από δω και πέρα να βρομίζει τα ρούχα αντί να τα καθαρίζει. "Αν πραγματικά θέλει καθαρά ρούχα να με λειτουργεί πρωινά", είπε το πλυντήριο, χωρίς να φανερώσει στις άλλες συσκευές το σχέδιό του. "Ίσως θα 'πρεπε να χαίρεσαι που έχεις δουλειά", του είπε όλο νόημα το θερμοσίφωνο, το οποίο άκουσε το παράπονό του. Το πλυντήριο όμως πεισμωμένο αποφάσισε να μην υποχωρήσει.
Εκείνο το βράδυ η νοικοκυρά έφερε μια ολόκληρη λεκάνη με χρωματιστά άπλυτα ρούχα, τα οποία πέταξε στο πλυντήριο. Το πλυντήριο πάλι, φρόντισε αντί να τα καθαρίσει, να ανακατέψει την βρωμιά τους. Έτσι, όταν μετά από δυο ώρες η νοικοκυρά νυσταγμένη άνοιξε την πόρτα του, την πήρε μια πολύ άσχημη μυρωδιά. Έπειτα τα κοίταξε και παρατήρησε πως οι λεκέδες όχι μόνο δεν είχαν βγει αλλά είχαν απλώσει πάνω στο ύφασμα.
"Να μη βλέπω καλά από τη νύστα μου;", αναρωτήθηκε αυτή κουρασμένη και άδειασε μέσα στο πλυντήριο έναν κουβά με λευκά ρούχα. Όταν μετά από δυο ώρες άνοιξε το πορτάκι του πλυντηρίου όμως, τα έβγαλε από μέσα πιο βρώμικα απ' ότι τα έβαλε. Μόνο λευκά δεν ήταν.
"Ίσως φταίει το απορρυπαντικό", είπε αυτή πάλι νυσταγμένη, χωρίς να μπορεί να πιστέψει ότι το πλυντήριο βρόμιζε τα ρούχα αντί να τα καθαρίζει. Το επόμενο βράδυ έφερε ένα ολοκαίνουριο μπουκάλι απορρυπαντικού, και ξανάβαλε τα ρούχα να πλυθούν. Όμως πάλι, το πλυντήριο φρόντισε να απλώσει τους λεκέδες αντί να τους καθαρίσει. Αυτή από τη νύστα της τα άφησε μέσα στη λεκάνη.
Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και τα επόμενα βράδια. Οι άλλες ηλεκτρικές συσκευές είχαν βγάλει πλέον ένα παρατσούκλι για αυτό το ατίθασο πλυντήριο - το αποκαλούσαν κοροϊδευτικά "αντιπλυντήριο". Αυτό πάλι, συνέχισε να βρομίζει τα ρούχα κάθε φορά που η νοικοκυρά το λειτουργούσε βράδυ. "Να είναι χαλασμένο άραγε το πλυντήριό μου;", αναρωτήθηκε αυτή μια μέρα, και όλες οι ηλεκτρικές συσκευές του σπιτιού ξέσπασαν σε γέλια. "Ή μήπως χάλασαν τα ματάκια μου και δε βλέπουν καλά;", συνέχισε.
Την επόμενη μέρα σκέφτηκε να βάλει τα ρούχα να πλυθούν πρωί. Το πλυντήριο αυτή τη φορά τα καθάρισε καλύτερα από ποτέ: τα λευκά βγήκαν πιο λευκά κι από το χιόνι, και τα χρωματιστά έγιναν φωτεινά σαν τον ήλιο. Δεν έμεινε λεκές για λεκές. Η νοικοκυρά εντυπωσιάστηκε τόσο που αναφώνησε: "Να δεις που τελικά δεν έβλεπα μπροστά μου απ'τη νύστα μου!"
"Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελάει", σιγομουρμούρισε πάλι το πλυντήριο, αφού κατάφερε να την πείσει πως δεν έφταιγε αυτό αλλά η νύστα της, και όλα τα ηλεκτρικά είδη και οι συσκευές του σπιτιού ξέσπασαν σε γέλια με την νοικοκυρά.