Μια ηλεκτρική σκούπα κάποτε σε ένα νοικοκυριό είχε πρόγραμμα να ξυπνάει με το χάραμα και να πιάνει δουλειά από νωρίς. Έπειτα σκούπιζε το σπίτι με πολύ μεγάλη επιμέλεια, ρουφώντας όλη τη σκόνη και τους λεκέδες από τα χαλιά και το πάτωμα. Τόση ήταν μάλιστα η εργατικότητά της που για να σιγουρευτεί πως δεν θα κοιμηθεί παραπάνω κάποια μέρα, έβαζε το ξυπνητήρι ακριβώς στις έξι το πρωί και το τοποθετούσε κοντά στο κρεβάτι της. Έπειτα πάλι αυτό χτυπούσε για κάθε ηλεκτρική συσκευή στο σπίτι ξεχωριστά, στις επτά, στις επτάμιση και στις οχτώ, μέχρι που ξυπνούσαν όλες.
Οι άλλες συσκευές πάλι στο σπίτι δεν την άντεχαν καθόλου, αφού κάθε φορά που σκούπιζε έκανε πολύ θόρυβο και τις ξυπνούσε. "Αν είναι δυνατόν, επειδή ξυπνάει αυτή απ' τα άγρια χαράματα και κάνει φασαρία, να ξυπνάει και εμάς", είπε το πλυντήριο, το οποίο συνήθως έπιανε δουλειά το απόγευμα ή και το βράδυ.
"Είστε υπερβολικοί, την δουλειά της κάνει", είπε η ραπτομηχανή, η οποία θαύμαζε πολύ την σκούπα για την εργατικότητά της. Το ξυπνητήρι όμως, που τόσο καιρό είχε κουραστεί να χτυπάει κάθε μέρα απ' τα άγρια χαράματα για να την ξυπνάει, είχε διαφορετική γνώμη: "ας με αφήσει και μένα κάποια μέρα να ξυπνήσω κανονικά!".
Έτσι λοιπόν μια μέρα που είδαν πως δεν πάει άλλο, όλες οι ηλεκτρικές συσκευές συμφώνησαν μεταξύ τους για να της δώσουν ένα μάθημα. Περίμεναν υπομονετικά μέχρι την ώρα που αυτή θα κούρδιζε το ξυπνητήρι και θα έπεφτε για ύπνο. Έπειτα, και αφού σιγουρεύτηκαν πως αυτή κοιμόταν του καλού καιρού, της έκλεισαν όλα τα παντζούρια και τις κουρτίνες του δωματίου της ώστε να μην μπει το πρωινό φως, και ζήτησαν από το ξυπνητήρι την επόμενη μέρα να μην χτυπήσει παρά μόνο όταν θα είχε πάει μεσημέρι. Έπειτα έπεσαν και αυτές στα κρεβάτια τους. "Ευκαιρία να χορτάσουμε ύπνο!", είπαν.
Την επόμενη μέρα που ξύπνησαν από το κουδούνισμα του ξυπνητηριού, άνοιξαν τα παντζούρια και τις κουρτίνες και κατάλαβαν πως είχε πάει μεσημέρι, όπως ακριβώς είχαν συμφωνήσει με το ξυπνητήρι. Μόλις όμως πήγαν στο σαλόνι, τους περίμενε η ηλεκτρική σκούπα, η οποία κρατώντας ένα φλιντζάνι καφέ στα χέρια της, τους είπε: "Σήμερα το ξυπνητήρι δεν χτύπησε στην ώρα του, αλλά εγώ σηκώθηκα κανονικά στις έξι. Αφού σκούπισα και καθάρισα όλο το σπίτι, κάθισα να πιω το καφεδάκι μου. Εσείς πάλι, χωρίς το ξυπνητήρι κοιμάστε του καλού καιρού χωρίς να καταλαβαίνετε τίποτα!"
Από εκείνη την μέρα δεν βρέθηκε ούτε ένας που να την ξανακατηγορήσει ότι έκανε πολύ θόρυβο. Από την άλλη, και εκείνη φρόντιζε κάθε φορά που καθάριζε να το κάνει όσο πιο ήσυχα και αθόρυβα γίνεται ώστε να μην ξυπνάει τους άλλους.