ΜΙΑ ΖΥΓΑΡΙΑ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ κάποτε σε ένα αεροδρόμιο ήταν πολύ αυστηρή με τα άλλα είδη ταξιδιού με αποτέλεσμα αυτά να δυσκολεύονται πολύ να περάσουν τους ελέγχους. Αυτή βέβαια ό,τι έκανε, το έκανε με αγάπη και πάντα φρόντιζε ώστε να μην αδικεί κανέναν ώστε στη βαλίτσα να χωρούσαν πάντα μόνο τα απαραίτητα.
Τα είδη ταξιδιού βέβαια, διαρκώς τσακώνονταν αναμεταξύ τους για το ποιον θα αφήσουν πίσω. “Αυτή φταίει που μας βάζει δύσκολα”, έλεγαν αναμεταξύ τους. Έτσι μια μέρα το κακό παράγινε όταν χρειάστηκαν να αφήσουν πίσω το σίδερο ταξιδιού. “Γιατί εμένα και όχι το λάπτοπ;”, ρώτησε το σίδερο παραπονεμένο μήπως και μεταπείσει τη ζυγαριά, όμως μάταια. Έτσι σε εκείνο το ταξίδι τα ρούχα έμειναν ασιδέρωτα.
“Τι λέτε να αφήσουμε τη ζυγαριά μια φορά πίσω για αλλαγή;”, ρώτησε το σίδερο μόλις τα είδη ταξιδιού επέστρεψαν και έτσι την επόμενη φορά που βρέθηκαν στο αεροδρόμιο, σκέφτηκαν να την κοροΪδέψουν. Έτσι λίγο πριν τον έλεγχο αποσκευών, της έδειξαν άλλη βαλίτσα απ’ αυτή με την οποία θα ταξίδευαν. Όσο αυτή ζύγιζε τη λάθος βαλίτσα, αυτή πηδούσαν το ένα μετά το άλλο στη σωστή. Ύστερα την έκλεισαν ασφυκτικά και προχώρησαν να βρουν το αεροπλάνο της πτήσης. Το φερμουάρ, βέβαια, δεν έλεγε να κλείσει.
Όταν κάποια στιγμή αυτή κατάλαβε ότι την κορόιδεψαν, θύμωσε πολύ. Άρχισε να τους ψάχνει σε όλο το αεροδρόμιο, από διάδρομο σε διάδρομο. Αφού αναχώρησαν όλες οι πτήσεις και έπεσε σκοτάδι, με τα πολλά βρήκε τα είδη ταξιδιού να παλεύουν ακόμη να κλείσουν το φερμουάρ της παραγεμισμένης βαλίτσας, το οποίο κόντευε να σπάσει.
“Είναι που ο πιλότος δεν μας άφηνε να μπούμε στο αεροπλάνο αν πρώτα δεν κλείναμε το φερμουάρ…”, της παραδέχτηκαν.
Και έτσι, αφού και την πτήση έχασαν, μα και το φερμουάρ δεν έκλεισε ποτέ, πήραν το μάθημά τους και δεν την ξανακορόιδεψαν.