Κεντρική φιγούρα του Θεάτρου Σκιών, ο αγαπημένος μας Καραγκιόζης. Πρόκειται για την προσωποποίηση του φτωχού Έλληνα υπόδουλου, ο οποίος αντιμετωπίζει την κάθε κατάσταση με μια αστείρευτη πηγή χιούμορ. Την φτώχεια του δε και την πείνα τις έχει ανάγει σε ύψιστη φιλοσοφία, τηρώντας πιστά τον κώδικα τιμής τους κατά γράμμα. Από την φύση του περίεργος, από την μια σχολιάζει και κοροϊδεύει το καθετί που του προξενεί το ενδιαφέρον, από την άλλη ξεδιπλώνει όλο του το ταλέντο στον αυτοσαρκασμό. Συχνά μπαίνει σε μπελάδες, αφού η γλώσσα του δύσκολα μαζεύεται και είναι πάντα έτοιμος να ανακατευτεί στις υποθέσεις άλλων.
Το άλλο μεγάλο του ταλέντο, χάρη στο μακρουλό του χέρι, είναι οι καρπαζιές: τις ρίχνει αλλά και τις τρώει με χαρακτηριστική ευκολία και προθυμία. Είναι τύπος ανέμελος και κεφάτος, χωρίς ιδιαίτερα όνειρα για το μέλλον αλλά και πραγματική όρεξη να εργαστεί, αφού τα αγαθά και η δουλειά που χρειάζεται κανείς για να τα αποκτήσει τον αφήνουν παγερά αδιάφορο. Ο Καραγκιόζης τα έχει καλά με τον εαυτό του, είναι εσωτερικά ελεύθερος, και αυτό αρκεί για να τα βγάλει πέρα σε έναν κόσμο με ελλείψεις και κακουχίες.
Χαρακτηριστικά της εμφάνισής του η αντιαισθητική του καμπούρα, καθώς και τα χιλιομπαλωμένα του ρούχα. Αντικρίζοντάς τον κανείς καταλαβαίνει πως έχει να κάνει με έναν περιθωριακό τύπο, η εμφάνιση του οποίου αντικατοπτρίζει την κοινωνική του θέση. Εξίσου "ευπαρουσίαστη" είναι και η οικογένειά του: η μορφή της μονίμως εγκύου Αγλαϊας, καθώς και τριων παιδιών του, τα οποία φαίνεται πως κληρονόμησαν όλη την χάρη και την ομορφιά από τον πατέρα τους. Το σπίτι τους; Μια μισοδιαλυμμένη παράγκα, η οποία χρειάζεται επειγόντως επισκευή για να μην πέσει.
«Το μακρύ μακρύ μου χέρι ψάχνει μέσα στο πανέρι», η μόνιμη επωδός του, αφού είναι μονίμως νηστικός. Βέβαια το μακρί χέρι παίζει και έναν ιδιαίτερο ρόλο στο να απομακρύνει τους κινδύνους. Από την μια το χέρι του και από την άλλη το θράσος του, αφού ποτέ του δεν διστάζει να πει τα πράγματα όπως είναι ακόμη και μπροστά στον Τούρκο κατακτητή.
Από τον Τούρκο Karagöz μέχρι τον εξελληνισμένο Καραγκιόζη, ο ήρωας εκπροσωπεί τον φτωχό, εξαθλιωμένο υποτελή ο οποίος με χίλιες δυσκολίες καταφέρνει και τα βγάζει πέρα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στο κοινό, αφού στο πρόσωπό του ο θεατής διαπιστώνει έναν αυθορμητισμό και μια αυθεντικότητα που δύσκολα συναντάει στον οποιονδήποτε άλλο χαρακτήρα.
Ο Εβραίος Σολομών ή Σολωμός είναι ο σπιτονοικοκύρης του Καραγκιόζη. Είναι έμπορος της αυλής, με αρκετή οικονομική επιφάνεια αλλά και τσιγγουνιά. Μονίμως κυνηγάει τον Καραγκιόζη για να εισπράξει το νοίκι και μονίμως μένει απλήρωτος καθ' ότι ο Καραγκιόζης ζητάει να τον πληρώνει τα Σάββατα. Πρόκειται για μια αστεία φιγούρα με ιδιαίτερη κίνηση, καθ' ότι έχει άρθρωση και στην μέση και στον λαιμό, χάρη στην οποία του αποδίδεται ο χαρακτηρισμός "ξεβιδωμένος" επί σκηνής. Το αποτέλεσμα είναι ότι μοιάζει μονίμως σαν να έχει απλωμένη την παλάμη και να ζητάει χρήματα.
Η ομιλία του είναι επίσης ιδιαίτερη καθ' ότι για να αποδώσει σωστά τον "τύπο" του εβραίου εμπόρου της εποχής χρησιμοποιεί πολλές ισπανικές λέξεις που παραπέμπουν στην κοινότητα των Εβραίων της Ισπανίας που μετεγκαταστάθηκαν στον Οθωμανικό κόσμο.
Καραγκιόζης σε μικρογραφία. Είναι το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά του Καραγκιόζη, και απαντάται στην σκηνή και ως Σπίθας. Συνήθως απεικονίζεται να φοράει κοντοβράκι και με σκισμένα ρούχα, ενώ από πλευράς εμφάνισης προσώπου μοιάζει πολύ με τον πατέρα του.
Ο Πασάς ενίοτε απαντάται επί σκηνής και ως Βεζίρης. Κατοικεί στο σεράι το οποίο κατά παράδοση βρίσκεται στην σκηνή στα δεξιά προς τον θεατή. Είναι ο ανώτατος άρχοντας, ο οποίος αναλαμβάνει να προσωποποιήσει κατά τόπο την εξουσία του Σουλτάνου.
Έχει πάντα επίσημο, επιβλητικό ύφος και πλούσιο ντύσιμο που καταμαρτυρούν την υψηλή του θέση στην κοινωνία.
Χαρακτήρας συνώνυμος του ψευτόπαλληκαρά. Ως γνήσιος "μάγκας" του μεσοπολέμου, απεικονίζεται συνήθως να κρατάει κομπολόι, να φοράει μυτερά παπούτσια και παντελόνι με ρίγα, ενώ σήμα κατατεθέν του είναι το χαρακτηριστικό του μουστάκι. Το λεξιλόγιό του είναι γεμάτο από αλήτικες φράσεις.
Στην σκηνή του Θεάτρου Σκιών εμφανίζεται ως φίλος του Καραγκιόζη, ο οποίος παριστάνει τον νταή και στο τέλος καταλήγει να τρώει ξύλο. Όπως και ο Σιορ Διονύσιος ή ο Μορφονιός, ο Σταύρακας είναι ένας "τύπος", ένα ιδιαίτερο κομμάτι σάτιρας για τους ανθρώπους της εποχής του ρεμπέτικου.
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές του ελληνικού Θεάτρου Σκιών, αυτή του Ζαχαρία - "Μορφονιού". Η φύση τον έχει προικίσει με ένα τεράστιο κεφάλι και μια μύτη για την οποία τον κοροϊδεύουν όλοι. Αυτός πάλι δεν αντιλαμβάνεται καθόλου την ασχήμια του, το αντίθετο μάλιστα, αφού νομίζει πως είναι κελεπούρι. Όπως ο Σταύρακας και ο Σιορ Διονύσιος, πρόκειται για "τύπο" ο οποίος αντιστοιχεί στα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα της εποχής της επινόησής του: έτσι συχνά μιλάει με ξένες λέξεις, ντύνεται κομψά και στοχεύει ψηλά στον έρωτα αναζητώντας γυναίκες με προίκα.
Για την έλλειψη αυτογνωσίας του δεν είναι λίγες οι φορές που τρώει ξύλο από τον Καραγκιόζη. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις, λιποθυμάει πριν καν τις φάει.
Πρόκειται για τον υπασπιστή του Πασά, ο οποίος εκτελεί πιστά τις διαταγές του. Είναι τουρκαλβανός από καταγωγή, γι' αυτό και μιλάει τα ελληνικά επί σκηνής με προσμίξεις αρβανίτικων και τουρκικών λέξεων.
Συνήθως εμφανίζεται στη σκηνή ως χωροφύλακας για να δείρει τον απείθαρχο Καραγκιόζη, και καταλήγει δαρμένος από τον Μπάρμπα-Γιώργο. Ουσιαστικά πρόκειται για προσωποποίηση του τουρκικού ζυγού, καθ' ότι στο πρόσωπο του Βεληγκέκα ο θεατής βλέπει έναν αντιπαθητικό βάρβαρο φρουρό ο οποίος εμφανίζεται συνήθως για να τραμπουκίσει ή να τιμωρήσει.
Γυναίκα του Καραγκιόζη. Πρόκειται για την προσωποποίηση της φτωχής ελληνίδας νοικοκυράς που κάνει την παραδουλεύτρα σε άλλες οικογένειες ώστε να ταΐσει τα παιδιά της που πεινάνε. Βέβαια και η ίδια μονίμως πεινάει, και μονίμως είναι έγκυος.
Δεν εμφανίζεται συχνά στην σκηνή. Συνήθως ακούγεται μόνο η φωνή της μέσα από την καλύβα, και συνήθως παραπονιέται ή γκρινιάζει που δεν έχει να φάει.
Πρόκειται για την επτανησιακή φωνή του Θεάτρου Σκιών. Ο Σιορ Διονύσιος είναι ένας ξεπεσμένος κόντης με καταγωγή από την ωραία Ζάκυνθο. Σήμα κατατεθέν του το παπιγιόν, το φράκο και το ψηλό καπέλο.
Μιλάει ένα ιδιαίτερο μείγμα της ελληνικής με άφθονες λέξεις από την ζακυνθινή διάλεκτο και κάποιες ιταλικές. Άλλες από αυτές είναι σωστές, άλλα είναι λάθος, αλλά σε κάθε περίπτωση προφέρονται με στόμφο ώστε να εκφράσουν την υψηλή καταγωγή του. Είναι ελαφρώς τοπικιστής, αλλά και γνήσιως νησιώτης που αγαπάει πολύ τις παραδόσεις του τόπου του.
Πρόκειται για ένα ρομαντικό δάνδη, πάντα καλοντυμμένο και με λεπτούς τρόπους, ο οποίος δεν μπορεί να αντισταθεί μόλις δει ή ακούσει για κάποια ωραία κοπέλα. Στο τέλος βέβαια καταλήγει να τα θαλασσώνει με όλες, ενίοτε και να τρώει και ξύλο.
Είναι φίλος του Καραγκιόζη. Η φράση με την οποία τον προσφωνεί είναι το χαρακτηριστικό "Ματάκια μου, Καραγκιόζο".
Γνήσιος εκφραστής του ανυπότακτου ελληνικού στοιχείου, ο θείος του Καραγκιόζη, Μπαρμπα-Γιώργος είναι μια από τις πιο κωμικές και ευδιάκριτες φιγούρες του ελληνικού Θεάτρου Σκιών.
Αν ο Καραγκιόζης συμβολίζει την πονηριά του Έλληνα ραγιά, ο Μπαρμπα-γιώργος εκφράζει την δύναμη και την μαχητικότητα. Δεν είναι λίγες οι φορές που ως απο μηχανής θεός εμφανίζεται στην σκηνή για να σώσει τον Καραγκιόζη από το ξύλο του Βεληγκέκα ή για να εφαρμόσει δικαιοσύνη. Όταν δεν εμπλέκεται σε καυγά, συνήθως είναι ζωσμένος τυριά και άλλα πεσκέσια τα οποία προσφέρει στην οικογένεια του ανιψιού του για να κατευνάσει την πείνα τους και να γεμίσει τα άδεια τους στομάχια.
Είναι καλοκάγαθος, με αποτέλεσμα συχνά να πέφτει θύμα και των μηχανορραφιών του ίδιου του του ανιψιού. Αυτό όμως δεν έχει σημασία, αφού φυσική του δύναμη είναι αρκετή για να τα βάλει με ολόκληρο λόχο Τούρκων χωρίς ποτέ του να νιώθει ότι στριμώχνεται. Ενίοτε ρίχνει και του Καραγκιόζη ένα χέρι να τον συνετίσει. Είναι βλάχος με χαρακτηριστική προφορά, μεγαλωμένος στα ψηλά βουνά, μακριά από τον τουρκικό ζυγό, πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι για πάντα μια αδούλωτη ψυχή, σε σώμα και πνεύμα.
Η δεύτερη πιο αναγνωρίσιμη μορφή του ελληνικού Θεάτρου Σκιών μετά τον Καραγκιόζη είναι αυτή του Χατζηαβάτη. Πρόκειται για τον τελάλη του Πασά, ο οποίος εννοίοτε εκτελεί και χρέη αγγελιαφόρου.
Πρόκειται για έναν "προσκυνημένο ραγιά", έναν δειλό και συμβιβασμένο υπόδουλο ο οποίος εκτελεί πιστά τις εντολές του τούρκου κατακτητή. Μόνιμη επωδός του, η κολακεία του προς τον Πασά: «Πολυχρονεμένε μου Πασά, ο Θεός να μου κόβει μέρες και να σας δίνει χρόνια...»
Σε αντίθεση με το ατίθασο πνεύμα του Καραγκιόζη, ο Χατζηαβάτης είναι οσφυοκάμπτης και δουλικός, ενίοτε όμως και εύπιστος ή και αφελής. Οι καρπαζιές που του ρίχνει ο Καραγκιόζης μοιάζουν να έρχονται σαν φυσική συνέπεια των όσων λέει και όσων κάνει.
Οι δύο χαρακτήρες παρουσιάζουν επί σκηνής ένα εκρηκτικό μείγμα, ουσιαστικά ένα δίπολο - εκπροσωπώντας εκ διαμέτρου απόψεις και συμπεριφορές. Έτσι, εν αντιθέση με τον αχαΐρευτο και μόνιμα πένητα Καραγκιόζη, ο Χατζηαβάτης φαίνεται να έχει και κάποια προτερήματα: είναι ευγενικός, λογικός, αξιοπρεπής, και μορφωμένος.
Ο Κωνσταντίνος Καρτσακάλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες Παραμυθιού.
Εισήχθη με το σπαθί του στην μεγάλη Σχολή του Μύθου όπου και φοίτησε επί σειρά χρόνων, αποφοιτώντας με άριστα καβάλα σε έναν δράκο.
Υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία στο διάστημα ως αστροναύτης, ενώ συνέχισε τις σαββατιάτικες εξορμήσεις σε φανταστικούς πλανήτες για πολύ καιρό μετά το πέρας της θητείας του. Το πάθος του για γνώση αργότερα τον έφερε να συνεχίσει τις σπουδές του και να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα για ένα διδακτορικό στην Παραμυθολογία.
Ζει και εργάζεται κάτω από ένα μαγεμένο δέντρο, απολαμβάνοντας την δροσιά που του προσφέρει τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες και καταγράφοντας την ιστορία των φυλών του δάσους. Όταν δεν εργάζεται, απολαμβάνει ήρεμες βόλτες στο δάσος όπου και συζητά φιλοσοφία, γεωγραφία και μαγειρική με ξωτικά, νεράιδες και γιγαντιαία μανιτάρια. Ως διαμεσολαβητής, έχει αναπτύξει έντονα διαπραγματευτικό ρόλο στις ειρηνευτικές προσπάθειες μεταξύ γιγάντων και νάνων, ενώ παράλληλα έχει βοηθήσει πολλούς βατράχους να αναδειχτούν σε πρίγκιπες και να κατακτήσουν την εκλεκτή της καρδιάς τους.
Όνειρό του να σκαρφαλώσει τόσο ψηλά που να φτάσει να κρεμάσει τα παπούτσια του στο φεγγάρι.
Επικοινωνία: info@feggaroskoni.gr