ΉΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ΕΝΑΣ ΝΑΝΟΣ που τον έλεγαν Κλημέντιο, ο οποίος αγαπούσε πολύ να μαθαίνει ξένες γλώσσες.
Αφού λοιπόν αρίστευσε στη γλώσσα των Νάνων, αλλά και έμαθε καλά τις γλώσσες των ξωτικών και των νεραϊδών, αποφάσισε να μάθει και κάποια γλώσσα ανθρώπινη. Τόσες πολλές γλώσσες όμως που έχουν οι άνθρωποι, μπερδεύτηκε πολύ για το ποια να διαλέξει και έτσι ζήτησε τη γνώμη των άλλων Νάνων.
Πρώτα λοιπόν οι Νάνοι του πρότειναν να μάθει να μιλάει τα Αγγλικά, που είναι γλώσσα εύκολη και τα μιλούν παντού στον πλανήτη. «Μετά θα είσαι σε θέση να συνεννοηθείς με όποιον ξέρει Αγγλικά, δηλαδή με τους πάντες», του είπαν. Ο Κλημέντιος όμως, δεν ικανοποιήθηκε καθόλου με την απάντηση: «Θέλω μια γλώσσα που να τη μιλούν όλοι», τους είπε.
Δεύτερη, του πρότειναν τα Ισπανικά. «Όπως και τα Αγγλικά τα μιλούν εκατομμύρια άνθρωποι, αλλά είναι ακόμη πιο εύκολη», του είπαν, όμως ο Κλημέντιος δυσκολεύτηκε πάλι να πειστεί.
«Τότε γιατί να μην μάθεις τα Ιταλικά, που μοιάζουν με τα Ισπανικά, αλλά είναι ακόμη ευκολότερα;», του πρότειναν μήπως και τον καταφέρουν να διαλέξει.
«Τότε καλύτερα να μάθω να μιλάω όλες τις γλώσσες των ανθρώπων», τους είπε ο Κλημέντιος, που δυσκολευόταν πολύ να διαλέξει τη μια γλώσσα ή την άλλη. Και έτσι απέρριψε και τα Ιταλικά.
«Αν πραγματικά αυτό θες, τότε καλύτερα να αρχίσεις απ’ τα Ελληνικά που είναι η αρχαιότερη γλώσσα όλων», του είπε ο βασιλιάς Όνειρος και ύστερα του εξήγησε πως αν τα μάθαινε, ύστερα θα συναντούσε ελληνικές λέξεις σε πολλές άλλες γλώσσες.
Και έτσι, ο Κλημέντιος αποφάσισε να μάθει πρώτα τα Ελληνικά και ύστερα όλες τις άλλες γλώσσες.